Ο καθηγητής του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, υπογραμμίζει πως αν δεν υπάρξει η άμεση αυτή αλλαγή στην πολιτική στάση των ΗΠΑ, τότε είναι ορατό το ενδεχόμενο οικονομικής κρίσης που θα προκαλέσει ανεξέλεγκτες καταστάσεις, ενώ προσθέτει πως είναι αναγκαίο ο πρόεδρος της Αμερικής να περάσει από τις δηλώσεις που προκαλούν αβεβαιότητα στις αγορές στη συντηρητική πολιτική στηριζόμενος στις βασικές αρχές της οικονομικής θεωρίας.
Διαφορετικά, όπως τονίζει ο διακεκριμένος ακαδημαϊκός, «πάρα πολλοί οικονομολόγοι εκτιμούν ότι μέχρι το τέλος του 2030 το εξωτερικό χρέος των ΗΠΑ θα φτάσει στο 134% του ΑΕΠ. Να ξεπεράσει δηλαδή ακόμη και αυτό της Ελλάδας».
Συνέντευξη στον Θωμά Καλέση
-Κύριε Καρτάλη πώς σχολιάζετε τις τελευταίες εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία μετά την υποβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης των ΗΠΑ από τον οίκο Moody's;
Κοιτάξτε, ασφαλώς και δεν είναι η πρώτη φορά που ένας οίκος αξιολόγησης υποβαθμίζει το αξιόχρεο των ΗΠΑ. Είχαν ακολουθήσει και η Standard And Poor's και η Fitch, οι οποίες επίσης υποβάθμισαν τα προηγούμενα χρόνια το αξιόχρεο της συγκεκριμένης χώρας κι αυτό έχει να κάνει πρωτίστως με τον ρυθμό αύξησης του δημοσίου χρέους. Είναι χαρακτηριστικό πως μέσα σε τρία χρόνια το δημόσιο χρέος της Αμερικής από 20 τρισεκατομμύρια δολάρια στο τέλος του 2024 έφτασε τα 38. Γι' αυτό και πάρα πολλοί οικονομολόγοι εκτιμούν ότι μέχρι το τέλος του 2030 το εξωτερικό χρέος των ΗΠΑ θα φτάσει στο 134% του ΑΕΠ. Να ξεπεράσει δηλαδή ακόμη και αυτό της Ελλάδας.
Άρα λοιπόν όταν η Αμερική έχει να αποπληρώνει κάθε χρόνο περίπου 1 τρισεκατομμύρια δολάρια σε τοκοχρεολύσια, είναι μεγάλο το ρίσκο του Τραμπ να συνεχίσει σε αυτή την πολιτική αύξησης του δημοσίου χρέους. Και η Moody's που υποβάθμισε το αξιόχρεο κατά μία βαθμίδα, έχει υπόψη της τα μακρομεγέθη της οικονομίας των ΗΠΑ, έχει λάβει δηλαδή υπόψη της, την οικονομική διάρθρωση και την επίδοση των ΗΠΑ στα μακρομεγέθη, που έχουν να κάνουν με το ΑΕΠ, τον πληθωρισμό, την ανεργία, τις εισαγωγές και τις εξαγωγές της χώρας. Έχουν να κάνουν επίσης με τα δημόσια έσοδα, π.χ. τις δαπάνες, την συναλλαγματική ισοτιμία, τους δείκτες εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους, αν θα συνεχίσει δηλαδή να εξυπηρετεί το δημόσιο με τέτοιους ρυθμούς και φυσικά το ύψος των επιτοκίων και πάρα πολλά άλλα στοιχεία που λαμβάνουν υπόψη τους αυτοί οι οίκοι αξιολόγησης για την έκθεσή τους.
Αυτό λοιπόν, δεν είναι κάτι που έχει να κάνει μόνο με τους δασμούς. Οι δασμοί είναι ένα μέσο που σίγουρα θα αυξήσει το κόστος των προϊόντων στις ΗΠΑ, αλλά μέχρι το καλοκαίρι ο Τραμπ πρέπει να δώσει μία λύση. Να έρθει δηλαδή σε συμφωνία με τις περισσότερες χώρες, τόσο με την Κίνα, όσο και με την ΕΕ προκειμένου να στείλει ένα μήνυμα ότι θα συνεχιστεί η εμπορία των προϊόντων αυτών. Όπως έχουμε πει δεν είναι όλες οι χώρες αυτάρκεις. Υπάρχουν και αυτές που εξαρτώνται από το παγκόσμιο εμπόριο και αυτό δεν μπορούμε να του θέσουμε περιορισμούς. Και οι ΗΠΑ και όλες οι άλλες οι χώρες, επειδή κατά βάση είναι βιομηχανικές στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στις εξαγωγές. Εξαγωγές είτε σε προϊόντα, είτε σε υπηρεσίες.
Είναι σημαντικό ότι από την πλευρά Τραμπ παρατηρείται τελευταία μια μεταστροφή στο θέμα αυτό. Ειδικά μετά τις συμφωνίες με τη Σαουδική Αραβία από την οποία ένα σημαντικό τμήμα αφορά και επενδύσεις περίπου 600 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε βάθος δεκαετίας στις ΗΠΑ, ενώ από την άλλη πλευρά αυτό που θέλει να κάνει η Σαουδική Αραβία με την βοήθεια των ΗΠΑ είναι να φτιάξει το Κέντρο Τεχνητής Νοημοσύνης στο Ριάντ. Γι' αυτόν τον λόγο μιλάμε για μια εξαγωγή υπηρεσίας της Αμερικής, η οποία εξαγωγή ανέρχεται περίπου στο ύψος των 120 δισεκατομμυρίων δολαρίων προς την Σαουδική Αραβία. Άρα προσπαθεί η Αμερική εκτός από τα προϊόντα, από τα οποία ένα πολύ μεγάλο μέρος αφορά πολεμικό υλικό, να εξάγει και τεχνογνωσία στους τομείς της Τεχνητής Νοημοσύνης.
Αυτό σημαίνει από τη μία ότι ο Τραμπ θέλει να μειώσει το εμπορικό έλλειμμα, από την άλλη όμως γνωρίζει ότι δεν μπορεί να βρίσκεται σε διαρκή πόλεμο με τον Κεντρικό του Τραπεζίτη, για την αυξομείωση των επιτοκίων. Διότι αυτό έχει αντίκρισμα και στο δολάριο, το οποίο αυτή τη στιγμή κινείται πτωτικά και αυτό επηρεάζει. Αυξάνει μεν τις εξαγωγές των ΗΠΑ, από την άλλη όμως βλέπουμε ότι η χώρα αυτή δεν αποτελεί ασφαλές καταφύγιο για πάρα πολλούς επενδυτές που θεωρούν ότι μακροπρόθεσμα το δολάριο μπορεί να χάσει την ισχύ και την κυριαρχία του του ως παγκόσμιο νόμισμα. Και αυτό έχει να κάνει με μια σειρά από μακρομεγέθη της οικονομίας.
-Τι πιθανότητες υπάρχουν για ξέσπασμα οικονομικής κρίσης στις ΗΠΑ στο μέλλον;
Αν δεν αλλάξει πολιτική ο Ντόναλντ Τραμπ, αν δεν καταλάβει δηλαδή ότι οι αγορές απεχθάνονται την αβεβαιότητα, ότι οι δηλώσεις του προκαλούν αβεβαιότητα, τότε όλα είναι πιθανά. Θα πρέπει ασφαλώς να πάει σε μια πιο συντηρητική πολιτική με βάση την οικονομική θεωρία και όχι τις εκτιμήσεις. Αν συνεχίσει με αυτόν τον τρόπο που έχει επιλέξει, σίγουρα θα ακολουθήσουν και άλλες υποβαθμίσεις πιστοληπτικής ικανότητας. Όλο αυτό πρέπει να αποτελέσει ηχηρό «καμπανάκι» για τον Τραμπ και να αναδιπλωθεί κατά την διάρκεια του καλοκαιριού, κάτι που θεωρώ δεδομένο ότι θα γίνει.
Διότι θα έχει πιο σαφές πεδίο για να εφαρμόσει την πολιτική του, η οποία όμως όπως είπαμε θα πρέπει να βασίζεται σε βασικές οικονομικές θεωρίες. Το να δηλώνουμε εξαρχής την αντίθεσή μας στο παγκόσμιο εμπόριο, ενώ η Αμερική θεωρείται βασικό στέλεχος αυτού, δεν μπορείς να υψώνεις τείχη με απαγορευτικούς δασμούς. Γι' αυτό εξάλλου και δόθηκαν 90 ημέρες στην Κίνα και 90 ημέρες στην ΕΕ προκειμένου να βρεθούν συμβιβαστικές λύσεις με αμοιβαία ικανοποίηση.
-Αυτό σημαίνει πως αν δεν υπάρξει αλλαγή οικονομικής πολιτικής οδηγούμαστε σε οικονομική κρίση;
Φυσικά. Γι' αυτό και μιλάμε για καμπανάκι. Η υποβάθμιση αυτό λέει στην Αμερική. «Μην κάνετε γρήγορα βήματα, χωρίς την έγκριση των βασικών οικονομικών θεωριών που αφορούν το παγκόσμιο εμπόριο, προσπαθήστε να μειώσετε δραστικά το δημόσιο έλλειμμα και τις δαπάνες που είναι υψηλές και πρέπει να μειωθούν κατά 2 τρισεκατομμύρια, αλλιώς θα υπάρξει σοβαρό πρόβλημα». Φανταστείτε ότι σε ένα ΑΕΠ 30 τρισ. που έχει αυτή τη στιγμή η Αμερική, θα πρέπει να υπάρξει μείωση κατά 2 τρισ. και αυτό όπως καταλαβαίνετε θα έχει έναν πολύ ισχυρό αντίκτυπο στην οικονομία.
Όλα αυτά τα μεγέθη να είστε σίγουροι ότι τα παρακολουθούν πάρα πολύ στενά οι Οίκοι Αξιολόγησης που είναι ούτως ή άλλως αυστηροί στις τελικές τους κρίσεις. Δηλαδή εξετάζουν και ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά μιας οικονομίας προκειμένου να βγάλουν μια αξιολόγηση. Αυτό σημαίνει με λίγα λόγια, ότι το «καμπανάκι» χτύπησε για τις ΗΠΑ. Ευελπιστώ ότι ο Τραμπ θα αλλάξει την πολιτική του σε κρίσιμα ζητήματα που έχουν να κάνουν και με το Διεθνές Εμπόριο αλλά και με τη μείωση των δαπανών για τη λειτουργία του κράτους. Μόνο έτσι θα μπορέσει να μειώσει και το έλλειμμα στο ισοζύγιο των εμπορικών συναλλαγών το οποίο αυτή τη στιγμή βρίσκεται περίπου στο 5% με 6%. Διότι το έλλειμμα προσθέτει στο δημόσιο χρέος πάρα πολλές μονάδες.
Εν κατακλείδι, οι δύο άξονες πάνω στους οποίους πρέπει να κινηθεί ο Τραμπ είναι να μειώσει τις δημόσιες δαπάνες και να μειώσει και το έλλειμμά του.
-Λέμε συχνά ότι οι αγορές απεχθάνονται την αβεβαιότητα. Η υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας μιας χώρας δεν προκαλεί μια τέτοια αβεβαιότητα;
Βεβαίως. Είδαμε αμέσως - αμέσως ότι το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης έπεσε, ενώ και το δολάριο δέχθηκε ένα ισχυρό πλήγμα. Αυτό σημαίνει πως αν δεν υπάρξει άμεσα μια ανακοίνωση αλλαγής πολιτικής αυτή η κατάσταση θα συνεχιστεί. Διότι και οι αγορές βλέπουν μακροπρόθεσμα, δεν είναι μόνο βραχυπρόθεσμες οι αντιδράσεις τους. Αν θεωρήσουμε ότι το Χρηματιστήριο είναι ένα πεδίο στο οποίο επενδύουμε μακροπρόθεσμα και όχι κερδοσκοπικά, βλέποντας οι επενδυτές αυτού του είδους τις αξιολογήσεις, θα συνεχίσουν να μην εμπιστεύονται την οικονομία των ΗΠΑ, αλλά και τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη χώρα. Όλα είναι συγκοινωνούντα δοχεία. Και τα μακρομεγέθη των ΗΠΑ επηρεάζουν βραχυπρόθεσμα τα χρηματιστήρια.
