Η απόφαση ελήφθη από τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας, μετά από αίτημα που κατέθεσαν οι δύο δήμοι με στόχο την επιτάχυνση των διαδικασιών και των απαραίτητων έργων και παρεμβάσεων που πρέπει να γίνουν ώστε να αντιμετωπιστεί η κρίση, η οποία έχει οδηγήσει ήδη σε διακοπές υδροδότησης προκειμένου να εξοικονομηθεί το βασικό αγαθό.
«Πρέπει να γίνει άμεσα και καλλιέργεια των πηγών και νέες γεωτρήσεις, ενώ πρέπει να εξεταστεί και η λύση της αφαλάτωσης στους παραλιακούς οικισμούς και μικρά φράγματα για να μπορούμε να μαζεύουμε τα όμβρια ύδατα κατά τους χειμερινούς μήνες του χρόνου» ανάφερε χαρακτηριστικά μιλώντας στα Μακεδονικά Νέα - mkdn.gr ο δήμαρχος Δυτικής Λέσβου, Ταξιάρχης Βέρρος.
Ο τελευταίος μάλιστα αναφερόμενος στο θέμα της μείωσης των βροχοπτώσεων με τα αποθέματα νερού να φτάνουν μόλις τις 16 ίντσες έναντι 22 που ήταν πέρσι πρόσθεσε πως «οι βροχές ήταν σαφώς λιγότερες σε σχέση με πέρσι και για τον λόγο αυτό το πρόβλημα είναι πλέον πιο έντονο. Επιπλέον να σημειωθεί ότι το αμέσως επόμενο διάστημα περιμένουμε και αύξηση του πληθυσμού λόγω τουρισμού».
Σχετικά δε με το εάν το πρόβλημα γίνεται πλέον αισθητό και στα νοικοκυριά του νησιού, ο κ. Βέρρος συμπλήρωσε ότι «φυσικά και συμβαίνει. Γι' αυτό και προχωρούμε σε σταδιακές διακοπές υδροδότησης, ώστε να μπορέσουμε να εξοικονομήσουμε νερό για τους δύσκολους μήνες που έρχονται. Επιπλέον το Σάββατο (2/5), έχουμε και μια σύσκεψη με τον γενικό γραμματέα Αιγαίου και Νησιωτικής πολιτικής τον Μανώλη Κουτουλάκη, προκειμένου να καθορίσουμε τα επόμενα βήματα για την αντιμετώπιση του κρίσιμου αυτού φαινομένου».
Ο υδρογεωλόγος Δρ. Κ. Βουδούρης στα Μακεδονικά Νέα - Αναγκαία τα μέτρα ορεινής υδρονομίας και η αφαλάτωση
Να σημειωθεί ότι η κρίση λειψυδρίας εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πρόβλημα 14 δήμων στην Ελλάδα από την Ξάνθη μέχρι και την Κρήτη, η οποία έκανε την εμφάνισή της κατά την περσινή καλοκαιρινή περίοδο.
Μιλώντας γι' αυτό το μείζον θέμα στα Μακεδονικά Νέα - mkdn, ο καθηγητής του Τμήματος Γεωλογίας του ΑΠΘ, ειδικός σε θέματα υδρογεωλογίας, Δρ. Κωνσταντίνος Βουδούρης σημείωσε πως «το περσινό έτος ήταν το θερμότερο που έχει καταγραφεί τα τελευταία χρόνια. Γι' αυτόν τον λόγο πολλά νησιά και πολλές περιοχές κηρύχθηκαν σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Φέτος, από τα μέχρι τώρα στοιχεία που έχουμε συγκεντρώσει βρισκόμαστε περίπου στον μέσο όρο της τελευταίων ετών, ωστόσο η βροχή δεν έπεσε ισομερώς κατανεμημένη.
Αν θυμάστε είχαμε ένα έντονο καιρικό φαινόμενο περί τα τέλη Νοεμβρίου με την καταιγίδα "Bora" κατά τη διάρκεια της οποίας σημειώθηκαν έντονες βροχοπτώσεις στην περιοχή της Χαλκιδικής, αλλά και αλλού. Χαρακτηριστικά στη Βέροια μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο έπεσαν 300 χιλιοστά βροχής, τη στιγμή που η Θεσσαλονίκη συγκεντρώνει περίπου 550 χιλιοστά ετησίως.
Όμως αυτό ακριβώς είναι και το πρόβλημα που δημιουργείται τα τελευταία χρόνια με την κλιματική κρίση. Ότι δηλαδή, έχουμε παρατεταμένες ξηρασίες και έντονα πλημμυρικά φαινόμενα. Δηλαδή, ενώ η ποσότητα βροχής που έπεσε είναι στα ίδια επίπεδα σε σχέση με άλλες χρονιές, έπεσε με μεγάλη ραγδαιότητα σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Τα νερά αυτά, επειδή ακριβώς δεν έχουν γίνει τα απαραίτητα έργα υποδομής, χάθηκαν. Εκτός από ένα μικρό ποσοστό της τάξεως του 15% με 20% που απορροφήθηκε από το έδαφος, το υπόλοιπο χάθηκε, πήγε στη θάλασσα. Τούτο σημαίνει ότι εκεί πρέπει να παρέμβουμε. Με έργα ορεινής υδρονομίας ώστε να συγκρατούμε αυτά τα νερά που πέφτουν με ραγδαιότητα. Με τον τρόπο αυτό και θα προστατευτούμε από τα πλημμυρικά φαινόμενα, αλλά και θα αποταμιεύουμε το νερό ώστε να το χρησιμοποιήσουμε κατά την ξηρή περίοδο του καλοκαιριού που θα έχουμε και αυξημένες ανάγκες».
«Βέβαια όλα αυτά για να συμβούν χρειάζεται χρόνος, δεν γίνονται από τη μια στιγμή στην άλλη και αυτή είναι μια παθογένεια που αντιμετωπίζει η χώρα μας. Για παράδειγμα ξεκινά η κατασκευή ενός φράγματος και περνούν 25 χρόνια χωρίς να έχει ολοκληρωθεί. Έχω τέτοια παραδείγματα. Δεν λέω πού, αλλά υπάρχουν. Δυστυχώς πάμε με αργό ρυθμό, ενώ πρέπει να βιαστούμε σε έργα υποδομών», συμπληρώνει ο καθηγητής.
Τα στοιχεία για την Κεντρική Μακεδονία
Πού βρισκόμαστε φέτος με το πρόβλημα της λειψυδρίας στην Κεντρική Μακεδονία; Ο καθηγητής εξηγεί: «Από τα στοιχεία που έχω για την Κεντρική Μακεδονία, ελπίζοντας ότι τον Μάιο θα βρέξει λίγο ακόμα, αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε περίπου στον ετήσιο μ.ο. Αυτό όμως που δημιουργεί το πραγματικό πρόβλημα είναι το γεγονός, ότι η βροχή δεν έπεσε κατανεμημένα στις περιοχές κάτι που είχε ως αποτέλεσμα τον μη εμπλουτισμό των υπόγειων νερών επαρκώς. Πέρσι ήταν μια ξηρή χρονιά, δημιουργήθηκαν πάρα πολλά ελλείμματα και τα αποθέματα μειώθηκαν δραματικά. Οπότε φέτος δεν καλύφθηκαν επαρκώς όλες οι ποσότητες που χάθηκαν πέρσι κι αυτό ενδεχομένως να παίξει έναν ρόλο».
Σε ερώτηση για το τι μπορεί να γίνει άμεσα σε περιοχές όπως η Λέσβος προκειμένου να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, ο καθηγητής υπογράμμισε πως «επειδή πολλά νησιά έχουν μικρές λεκάνες, δεν έχουν ποτάμια και είναι γενικώς ιδιόμορφες περιπτώσεις, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε εναλλακτικές λύσεις. Και τέτοιες λύσεις είναι και οι αφαλατώσεις. Έχουμε πολλές σπάνιες πηγές στις οποίες η αφαλάτωση είναι λίγοτερο ενεργοβόρα. Επιπλέον, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ήπιες μορφές ενέργειας για να κάνουμε αφαλάτωση σε υφάλμυρες πηγές και για την άρδευση να χρησιμοποιήσουμε τα απόβλητα από τους βιολογικούς καθαρισμούς. Στα νησιά βέβαια, υπάρχει πρόβλημα και με τον υπερτουρισμό. Γι' αυτό και εκεί πρέπει να πέσει άμεσα στο τραπέζι η λύση της αφαλάτωσης».
Τέλος, απαντώντας στο ερώτημα σχετικά το πού οφείλεται τελικά το πρόβλημα της λειψυδρίας, εάν έπαιξε δηλαδη ρόλο η αλόγιστη χρήση προηγούμενων ετών ή η κλιματική αλλαγή, ο κ. Βουδούρης συμπλήρωσε πως «όλα παίζουν το ρόλο τους. Βλέπετε ότι τα τελευταία χρόνια αυξάνεται η συχνότητα των ακραίων καιρικών φαινομένων και αυτό αποτελεί πρόβλημα, όπως πρόβλημα δημιουργεί και ο υπερτουρισμός σε μερικά νησιά. Δεν μπορούμε να το κρύψουμε αυτό. Όταν οι υποδομές μας είναι προορισμένες για να καλύψουν 20.000 κόσμου, είτε για ύδρευση, είτε για βιολογικό καθαρισμό και ξαφνικά τους καλοκαιρινούς μήνες οι πληθυσμός αυξάνεται στους 80.000, αντιλαμβάνεστε ότι σε αυτές τις περιοχές προφανώς και θα δημιουργηθεί πρόβλημα κάλυψης υδρευτικών αναγκών».
