Δικαιωματικά, μπορεί να ισχυριστεί κανείς, διότι στον πυρήνα της περιέχει όλα τα βασικά στοιχεία που συνθέτουν ένα σύγχρονο αναπτυξιακό μοντέλο. Δηλαδή την οικονομική κινητοποίηση σημαντικών κεφαλαίων εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, την αναβάθμιση των υποδομών, την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και την ανάδειξη της Θεσσαλονίκης σε «πρωταθλήτρια» όσον αφορά την εκθεσιακή δραστηριότητα στη Ν.Α. Ευρώπη. Παρόλα αυτά υπάρχουν και άλλα assets που τραβούν το βλέμμα των επενδυτών.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το πρώην στρατόπεδο Γκόνου, το οποίο βάσει του κυβερνητικού σχεδιασμού προορίζεται να μετατραπεί σε σύγχρονο κέντρο logistics. Όλοι αναγνωρίζουν ότι πρόκειται για μια επένδυση στρατηγικής σημασίας, διότι θα καθιερώσει την Θεσσαλονίκη ως διαμετακομιστικό κόμβο στο σύνολο της Ν.Α. Ευρώπης, προσελκύοντας σημαντικές επενδύσεις στους κομβικούς τομείς των μεταφορών και της εφοδιαστικής αλυσίδας. Πρόκειται για μια σημαντική εξέλιξη η οποία θα προσδώσει προστιθέμενη αξία και απτά οικονομικά οφέλη στην ευρύτερη περιοχή. Όπως ενημέρωσε το Υπερταμείο βρίσκεται σε εξέλιξη η β’ φάση του διαγωνισμού, καθώς έχει ολοκληρωθεί η αξιολόγηση των προσφορών. Σύμφωνα με πληροφορίες ο προτιμητέος επενδυτής θα αναλάβει για τουλάχιστον 30 χρόνια τη χρηματοδότηση, τον σχεδιασμό, την αδειοδότηση, ανάπτυξη, κατασκευή, λειτουργία, συντήρηση και εκμετάλλευση του επιχειρηματικού πάρκου που εξαπλώνεται σε μια συνολική έκταση 672.000 τ.μ.
Τα Κεραμεία και οι Μύλοι Αλλατίνη
Υψηλό επενδυτικό ενδιαφέρον έχουν τα πρώην Κεραμεία Αλλατίνη όπως και οι Μύλοι Αλλατίνη. Στο πρώτο project δόθηκε άδεια ανέγερσης ουρανοξύστη 100 μέτρων και περίπου 30.000 τ.μ. εμβαδού. Το έργο συνδέεται με την εταιρεία Stanta, η οποία με τη σειρά της συνδέεται με τον Σταύρο Ανδρεάδη, ο οποίος φέρεται να συζητά το ενδεχόμενο συνεργασίας με διεθνείς developers για να προχωρήσει η επένδυση.
Το δεύτερο project είναι οι Μύλοι Αλλατίνη. Η συμφωνία εξαγοράς του ποσοστού που κατείχε ο όμιλος Φάις από τον επιχειρηματία Πρόδρομο Μαυρόπουλο, ο οποίος, ελέγχει πλέον ολόκληρο το ακίνητο, δρομολόγησε μια επένδυση που ξεπερνά τα 50 εκατομμύρια ευρώ, η οποία θα αναδείξει ένα εμβληματικό ακίνητο σε νέο τοπόσημο για την Θεσσαλονίκη.
Η εξαίρεση του Κυβερνείου
Όσον αφορά το Κυβερνείο, η περίπτωσή του είναι διαφορετική αφού δεν εμπλέκεται κάποιος επενδυτής. Η αποκατάσταση και αναβάθμισή του σε πολυχώρο πολιτισμού, συνεδρίων και υψηλής αισθητικής, που προχωρά η κυβέρνηση, βρίσκεται σε εξέλιξη μέσω της συνεργασίας του Ελληνικού Κοινοβουλίου με το Υπερταμείο και την Εταιρεία Ακινήτων του Δημοσίου. Αν και κατά το πρόσφατο παρελθόν αναπτύχθηκε έντονη φημολογία για την παραχώρησή του σε ιδιώτη, εν τούτοις επιλέχθηκε η λύση της κρατικής παρέμβασης με γνώμονα την ενίσχυση του πολιτιστικού χαρακτήρα της Θεσσαλονίκης.
Οι «ψίθυροι» για «καθαρή λύση» στην ΔΕΘ
Σχετικά με τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, όπως έγινε γνωστό έως τον Σεπτέμβριο θα έχει εκκινήσει η διεθνής διαγωνιστική διαδικασία για την ανάπλαση της. Εάν δεν υπάρξει κάποια νέα ανατροπή, η υπογραφή της σύμβασης ανάθεσης τοποθετείται έως το Β’ εξάμηνο 2026, οπότε θα αρχίσει η εκπόνηση των οριστικών μελετών και η αδειοδότηση του έργου. Το έργο θα κατασκευάζεται τμηματικά, για να μη διακοπεί η λειτουργία της ΔΕΘ. Οι εργασίες εκτιμάται ότι θα ολοκληρωθούν το 2031, με τον επενδυτή να καλείται να καταβάλλει περίπου 180 εκατομμύρια ευρώ. Εσχάτως, πάντως, πέραν του δημοψηφίσματος για τη μετεγκατάσταση στην Σίνδο, στην πόλη ακούγεται ξανά (δειλά είναι η αλήθεια) η πρόταση για την εξεύρεση «καθαρής λύσης» που μεταφράζεται στην ιδιωτικοποίηση της ΔΕΘ και την ανάθεση του management σε ιδιώτη, «ώστε οι διαδικασίες να τρέξουν πιο γρήγορα» όπως σημειώνουν οι υποστηρικτές αυτής της άποψης.
