Η σημαντική κληρονομιά, το «βαρύ όνομα», είναι ευχή και κατάρα συγχρόνως. Αυτό επιβεβαιώνεται συχνότατα μέσα από την πορεία ζωής πολλών γόνων. Δεν αφορά όμως μόνο μεμονωμένα άτομα, αλλά και σύνολα, έθνη, κοινότητες. Οικείο παράδειγμα η Θεσσαλονίκη μας.
Πολλές πόλεις έχουν την λαμπρή ιστορική της παρουσία; Ελάχιστες διεθνώς. Συμβασιλεύουσα αυτοκρατοριών που έγραψαν την ιστορία αιώνων! Αλλά, σήμερα όλα είναι διαφορετικά. Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη μεσαίου μεγέθους, σε μια χώρα χωρίς ιδιαίτερο δυναμισμό. Κι όμως συνεχίζουμε να συζητάμε κάθε τι στην πόλη μας μάλλον με βάση το παρελθόν της, και όχι το παρόν. Δεν αποτελεί εξαίρεση η ΔΕΘ, που όντως σφράγισε τη ζωή της Θεσσαλονίκης, αναπτυξιακά και κοινωνικά, στο σύγχρονο ελληνικό κράτος.
Σήμερα οι συζητήσεις για τον ρόλο και την αναγκαιότητά της αναδεικνύουν συχνά σκεπτικισμό, αδιαφορία ίσως και αρνητισμό. Ποια αναγκαιότητα καλύπτει η ΔΕΘ; Την ενημέρωσή μας, κάθε χρόνο, για τη διεθνή εξέλιξη της τεχνολογίας, των παραγωγικών διαδικασιών και των υπηρεσιών; Υπάρχουν μεγάλες εκθέσεις κοντά μας, που ανταποκρίνονται, λόγω της δυναμικότητας των χωρών τους, πολύ πιο πετυχημένα στον ρόλο αυτό. Ακόμη και αυτές οι εκθέσεις μειώνουν χώρους, μεταβάλλουν τον χαρακτήρα τους, προσαρμόζονται στις νέες συνθήκες για να είναι κερδοφόρες. Σήμερα εξάλλου, η πρώτη, και όχι επιφανειακή ενημέρωση για κάθε τι, μπορεί να γίνει άνετα από το πληκτρολόγιο του καθενός μας, με απ’ ευθείας ζωντανή διαδικτυακή επικοινωνία για ό,τι μας ενδιαφέρει πραγματικά. Η Θεσσαλονίκη δύσκολα μπορεί να είναι ανταγωνιστική στις δραστηριότητες αυτές, δεν προσφέρει δικό της στίγμα. Ίσως, ως ευρωπαϊκή πόλη μεσαίου μεγέθους, μπορεί να αποτελεί, πετυχημένο «συνεργάτη», «περιφερειακό κόμβο/αναμεταδότη» των μεγάλων εκθέσεων, σε πραγματικό χρόνο,υποστηρίζοντας δράσεις εικονικών ή φυσικών συναντήσεων, και ό,τι κρίνεται απαραίτητο για την καλύτερη κάλυψη των ευρωπαϊκών γεγονότων, εντάσσοντας και δικές της προτάσεις στα γεγονότα αυτά.Και αν κάποιες ειδικές εκθέσεις της ΔΕΘ αξίζει να οργανωθούν αποκλειστικά τοπικά, αυτό ας μελετηθεί.
Βέβαια, υπάρχει και η άποψη ότι η ΔΕΘ αποτελεί κυρίως ένα τουριστικό και ψυχαγωγικό γεγονός της πόλης, το έχει ανάγκη η ευρύτερη περιοχή και τονώνεται σημαντικά ο εσωτερικός τουρισμός. Πιθανά. Αλλά δεν χρειάζεται να μιλούμε τότε για ΔΕΘ. Τόσοι δήμαρχοι σε μια μέτρια σε μέγεθος πόλη (που θα μπορούσε να έχει Μητροπολιτικό Δήμο από χθες!), τόσοι οργανισμοί τουρισμού, φορείς εκδηλώσεων και δράσεων, μάλλον μας εξασφαλίζουν την ψυχαγωγία που χρειαζόμαστε και τη μετακίνηση πολιτών για να στηρίζεται η εστίαση και τα καταλύματα στην ευρύτερη περιοχή. Πραγματική Εμπορική Έκθεση, που να λειτουργεί με οικονομικά και αναπτυξιακά κριτήρια δεν χρειαζόμαστε;
Υποστηρίζεται επίσης, ότι τονώνεται η εικόνα της πόλης με τις εξαγγελίες των πολιτικών αρχηγών για την οικονομική πορεία της χώρας. Τα τελευταία χρόνια και, κυρίως, μετά τη γνωριμία μας με το ΔΝΤ, ο ενθουσιασμός για υποσχέσεις δίδει διαρκώς τη θέση σου στην απαίτηση για αποδείξεις έργων και αποτελεσμάτων, για τους απλούς πολίτες, και ίσως και για τους φορείς της πόλης. Και τέλος πάντων, διαθέτουμε ένα σωρό ωραία και ιστορικά κτίρια αν πιστεύουμε ότι οι διαδικασίες των οικονομικών εξαγγελιών από τη Θεσσαλονίκη προσφέρουν ακόμη κάτι.
Τον σκοπό και τους πραγματικούς στόχους της ΔΕΘ δεν τον συζητάμε λοιπόν καθόλου. Είναι μάλλον κάτι στενάχωρο, κάτι πολύ υπαρξιακό για την πόλη και δεν θέλουμε να αγγίξουμε τα δύσκολα που μας βάζει το παρόν. Η Θεσσαλονίκη πρέπει να προσπαθήσει ουσιαστικά για να κερδίσει μια νέα θέση στο νέο, διεθνοποιημένο περιβάλλον. Έτσι κάθε συζήτηση αρχίζει και σταματά με αυτά που ξέρουμε, με αυτά που μπορούμε να αντέξουμε. Η κυβέρνηση έτσι; Η αντιπολίτευση αλλιώς. Χώροι και μπετά στον ένα σχεδιασμό, δένδρα και πρασινάδες απέναντι. Και κοινώς, «πράσσειν άλογα»…
Κι όμως σίγουρα σήμερα χρειαζόμαστε,περισσότερο από το παρελθόν φορείς και οργανισμούς με ισχυρή οικονομική εικόνα, δηλ. να γνωρίζουμε τι μας αποδίδουν αφού αφαιρέσουμε όσα παρέχονται από τον στενό (και ευρύτερο) δημόσιο τομέα υπό μορφή υποδομών, μισθών, κάλυψη περιπτέρων και κάθε άλλης υποστήριξης. Χρειαζόμαστε οπωσδήποτε αποτελεσματική λειτουργία, και αυτή επιτυγχάνεται μέσα από καθαρή στόχευση, με ξεκάθαρα οικονομικά αποτελέσματα και με διαρκή προσαρμογή στις ταχύτατα μεταβαλλόμενες συνθήκες.
Όλα αυτά βέβαια, χρειάζονται πολιτικές αποφάσεις. Το προσωπικό και η διοίκηση του φορέα μπορεί σίγουρα να ανταποκριθεί σε οποιοδήποτε μοντέλο λειτουργίας προτείνει το κράτος. Η εμπειρία και γνώση υπάρχουν και είναι και εύκολο να ενισχυθούν.
Δυστυχώς, όπως φαίνεται, οι αποφάσεις για αλλαγές είναι δύσκολες στη χώρα μας. Πάνω μας πλανάται ένα φάντασμα που λέγεται «πολιτικό κόστος». Δεν σκεφτήκαμε όμως ποτέ μήπως πλέον μας καταστρέφει το ύπουλο φάντασμα που λέγεται «πολιτική αδράνεια»; Η αμείλικτη πραγματικότητα είναι ότι η πόλη ζει σε νέα εποχή και χρειάζεται μια Σύγχρονη ΔΕΘ, με κάποιο διακριτό στίγμα στο πλέγμα των ευρωπαϊκών εκθέσεων. Μετά, τα ζητήματα του χώρου, των χώρων, των πρασινάδων, επιλύονται εύκολα.
*Η Νιόβη Παυλίδου είναι πρώην επικεφαλής Περιφερειακής Παράταξης «ΠΟΛΙΤΕΣ ΜΠΡΟΣΤΑ», πρώην Περιφερειακός Συμπαραστάτης του Πολίτη και της Επιχείρησης, ΠΚΜ