Το 1990 η Φανή Βαλτή εξελέγη Σύμβουλος του Α’ Διαμερίσματος του Δήμου Θεσσαλονίκης και κατόπιν δυο φορές Δημοτική Σύμβουλος, το 1994 και το 1998. Επίσης υπήρξε ενεργό μέλος της Ένωσης Γυναικών Ελλάδας.
Είχε ενεργό συμμετοχή σε κινήσεις πολιτών και σε εθελτικές δράσεις που είχαν να κάνουν με την αιμοδοσία, με τις δραστηριότητες και τις ομάδες της ΧΕΝ, αλλά και με το Λαογραφικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.
Στην ανάρτησή του ο Ορέστης Καλογήρου αναφέρει τα εξής για τη Φανή Βαλτή:
«Έφυγε σε ηλικία 90 ετών μια από τις τελευταίες αρχόντισσες της Θεσσαλονίκης. Την αποχαιρετήσαμε σήμερα, με τον τρόπο που αυτή ήθελε. Η Φανή Βαλτή, μια γυναίκα, που για μένα συμβόλιζε τη γυναικεία χειραφέτηση, όπως την εννοούσαμε τότε, πριν ακόμη από το δεύτερο φεμινιστικό κύμα.
Γεννήθηκε το 1935, σε μια από τις πιο παλιές οικογένειες της πόλης μας, που οι ρίζες της εδώ φτάνουν στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα. Παππούς της ήταν ο Γυμνασιάρχης Ιωάννης Μέλφος, μια εμβληματική μορφή της εκπαίδευσης στα προπολεμικά πράγματα.
Παντρεύτηκε νωρίς έναν ογκόλιθο της Ιατρικής, τον αείμνηστο Καθηγητή Δημήτριο Βαλτή, αλλά και έμεινε νωρίς μόνη της με τρία παιδιά, στη δίνη της εφηβείας τους και στη δίνη της μεταπολίτευσης. Τη γνώρισα έτσι, 14 χρονών, το μακρύ καλοκαίρι του 1974 στη Βουρβουρού. Γρήγορα, έγινα σχεδόν το τέταρτο παιδί της. Έζησα τη μεταμόρφωσή της, από μια αυστηρή, συντηρητική αστή μαμά σε μια ανοιχτόμυαλη, προοδευτική, ανήσυχη μητέρα. Παράλληλα, κατακτούσε την δική της γυναικεία χειραφέτηση. Όχι τόσο μέσα από τις γραμμές της Ένωσης Γυναικών Ελλάδας, της οποίας ήταν δραστήριο μέλος, όσο μέσα από τις προσωπικές της κατακτήσεις. Αρνήθηκε τον συμβατικό ρόλο της χήρας ενός θρύλου της ιατρικής και την «καλή κοινωνία» και διεκδίκησε τον ρόλο της μοντέρνας γυναίκας, σπάζοντας τις κοινωνικές συμβάσεις. Αυτό δεν έγινε τόσο εύκολα όσο ακούγεται. Έγινε επιχειρηματίας, δοκίμασε σχήματα κοινωνικής οικονομίας, προτού να υπάρξει καν ο όρος, έκανε δύσκολες κοινωνικές επιλογές, πέτυχε, απέτυχε, προχώρησε. Στράφηκε στον εθελοντισμό, είτε είχε να κάνει με την αιμοδοσία, είτε με τις δραστηριότητες και τις ομάδες της ΧΕΝ, είτε ως μέλος για πολλά χρόνια του ΔΣ του Λαογραφικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, είτε με την ενεργό συμμετοχή της σε κινήσεις πολιτών γύρω από θέματα ποιότητας ζωής της πόλης. Πολιτικοποιήθηκε, ριζοσπαστικοποιήθηκε, εκλέχθηκε, το 1990, αρχικά Σύμβουλος του Α’ Διαμερίσματος του Δήμου Θεσσαλονίκης και κατόπιν δυο φορές Δημοτική Σύμβουλος, το 1994 και το 1998.
Σε έναν ανδροκρατούμενο και βαριά κομματικοποιημένο χώρο, έβγαινε πάντα στους πέντε πρώτους σε σταυρούς, στηριζόμενη μόνον στην ακτινοβολία της προσωπικότητάς της, στη μαχητικότητα και την κοινωνική της προσφορά. Δεν είχε την ευκαιρία να εκλεγεί με πλειοψηφικό ψηφοδέλτιο, για να προσφέρει ακόμη περισσότερο έργο μέσα από θέσεις ευθύνης.
Το 1989 έγινα και επίσημα ο γαμπρός της. Ένας τίτλος που τον έφερα και τον φέρω τιμητικά. Έγινα τότε ακόμη περισσότερο το τέταρτο παιδί της. Όταν πέρασαν τα χρόνια αφοσιώθηκε στα πέντε εγγόνια της και έγινε το κέντρο της οικογένειας με τα περίφημα τραπέζια της.
Ακούραστη, αξιοπρεπής, πεισματάρα, επίμονη, καμιά φορά δύσκολη, μέχρι τα τελευταία της. Μεγάλη της έγνοια να μη γίνει βάρος στα παιδιά της, στους γύρω της. Δοτική, γενναιόδωρη, στήριξε αδύναμους συνανθρώπους της, διακριτικά και ουσιαστικά. Την αγαπούσα πολύ. Θα την έχω πάντα στην καρδιά μου και θα τη θυμάμαι. Η Θεσσαλονίκη έγινε λίγο πιο φτωχή. Όπως και η ζωή μας.