Μια ιστορία αναδοχής: «Αν θέλεις να γίνεις μαμά υπάρχουν πολλά παιδιά εκεί έξω που θέλουν μια αγκαλιά»

Ακούστε το άρθρο 8'
11.05.2025 | 08:00
Φωτογραφία Αρχείου
/Shutterstock
Δεν ήθελε ποτέ να γίνει μητέρα. «Δεν είχα μητρικά φίλτρα», λέει με απόλυτη ειλικρίνεια η Εύη. Κι όμως, ένα χαμόγελο –το χαμόγελο ενός εγκαταλελειμμένου βρέφους σε νοσοκομείο– αρκούσε για να αλλάξει τα πάντα. Η Εύη και ο σύζυγός της έγιναν ανάδοχοι ενός τετράμηνου αγοριού, το οποίο πλέον είναι το παιδί τους.

Η ίδια αφηγείται στα Μακεδονικά Νέα την ιστορία της αναδοχής του -πλέον- ενός έτους γιου τους και μιλά για τη δύναμη της αγάπης και τη μητρότητα, που δεν ορίζεται από το DNA, αλλά από την παρουσία και τη συναισθηματική διαθεσιμότητα.

«Τελικά δε βοηθάς εσύ το παιδί, αυτό βοηθά εσένα»

 

«Υπήρχε ανέκαθεν αγάπη για τα παιδιά, αλλά... εξ αποστάσεως. Δεν ήθελα να γίνω μαμά και δεν το επιδίωξα ποτέ», θα πει αρχικά. Η συνειδητοποίηση, όμως, του τι συνέβαινε γύρω της, ιδίως όταν οικείοι της έγιναν ανάδοχοι γονείς ενός παιδιού, κινητοποίησαν την ίδια και τον σύζυγό της. «Είπα θα πάμε να βοηθήσουμε ένα παιδί. Τελικά δε βοηθάς εσύ το παιδί, αυτό βοηθά εσένα. Είναι μεγάλο μάθημα ζωής ένα παιδί. Δεν είχα μητρικά φίλτρα, αλλά με αυτό αναπτύχθηκαν», συνέχισε.

Σε ερώτηση για το εάν αισθάνθηκε πίεση από το περιβάλλον της και την κοινωνία, καθώς εξέφραζε ανοιχτά την επιθυμία της να μη γίνει μητέρα, η ίδια απαντά πως κάτι τέτοιο δεν συνέβη. «Δεν ένιωσα ποτέ πίεση από πουθενά, ούτε από την κοινωνία. Το έλεγα ανοιχτά. Από τη στιγμή που δεν προέκυψε με φυσικό τρόπο, χωρίς να το κυνηγήσουμε, δε θα πίεζα τη φύση. Υπάρχουν κι άλλοι τρόποι. Αυτούς τους τρόπους τους διαφημίζω πολύ πλέον», σημειώνει χαρακτηριστικά.

Η ίδια ήταν εξοικειωμένη με την ιδέα της υιοθεσίας από μικρή ηλικία, καθώς έχουν πραγματοποιηθεί αντίστοιχες στο οικογενειακό της περιβάλλον, σε αντίθεση με τον σύζυγό της ο οποίος δεν είχε κάποια επαφή. «Όταν, όμως, ακούσαμε την ιστορία του παιδιού μου είπε “πάμε έστω και για έναν μήνα, κι αν το πάρουν πίσω θα γίνουμε οι νονοί του, δεν θα το αφήσουμε”», εξηγεί.

Η είσοδος στο μητρώο αναδόχων ήταν απλή, σύμφωνα με την Εύη. «Δεν ήταν κάτι φοβερό, ήταν πολύ απλό εν αντιθέσει με ό,τι ακούγεται. Οι κοινωνικοί λειτουργοί ήταν πολύ συνεργάσιμοι», υπογραμμίζει. Σχεδόν έναν χρόνο μετά χτύπησε το τηλέφωνο για το πρώτο «ταίριασμα».

«Είχαμε ένα ‘’ταίριασμα’’ με ένα παιδάκι δύο ετών που βρισκόταν σε ένα ίδρυμα της Θεσσαλονίκης. Όταν πήγαμε να ενημερωθούμε έκαναν τα πάντα για να μην πάρουμε το παιδί και τα κατάφεραν. Αρνηθήκαμε. Μας απέτρεψαν με διάφορους τρόπους. Μας αποθάρρυναν σε ό,τι αφορά τη διαδικασία. Μας είπαν ότι παρόλο που υπήρχε το ‘’ταίριασμα’’, σε λίγες ημέρες θα γινόταν το δικαστήριο και θα το έπαιρνε η μαμά του. Εμείς θέλαμε να πάρουμε ένα παιδί για να το βοηθήσουμε, αλλά σκεφτήκαμε ότι θα του κάνουμε κακό αν έρθει έναν μήνα σε εμάς και σε έναν μήνα ξαναγυρίσει στη μητέρα του. Όταν ρωτούσα για την ψυχική και τη σωματική του υγεία οι απαντήσεις ήταν πολύ αόριστες. Τόσο αόριστες που μου δημιουργήθηκαν αμφιβολίες. Μετά από πολύ ώριμη σκέψη κατάλαβα πως δεν θα άντεχα να φροντίζω ένα παιδί με προβλήματα. Ξέρουμε πως όλα είναι ρευστά, κανείς δεν ξέρει τι πρόκειται να του συμβεί. Αυτό, όμως, που είχαμε πει από την αρχή ήταν ότι θα θέλαμε ένα παιδί τυπικής ανάπτυξης γιατί ξέρουμε ότι ήδη θα υπάρχουν θέματα, τα οποία φυσικά θα αντιμετωπίσουμε. Το φέρω βαρέως ότι έχω αρνηθεί την αγκαλιά μου σε ένα παιδί», εξομολογείται η ίδια.

Το δεύτερο τηλεφώνημα και οι πρώτες συναντήσεις - «Είναι μία βόμβα αγάπης»

 

Δύο μήνες μετά, το τηλέφωνο ξαναχτύπησε. Αυτή τη φορά, όμως, είχε απευθυνθεί στο Δίκτυο Αναδόχων Γονέων και Εθελοντών για την Εξωιδρυματική Κοινωνική Φροντίδα των Ανηλίκων και την επικεφαλής του και δικηγόρο, Ελένη Γεώργαρου. «Ο μικρός μας ήταν εγκαταλελειμμένος σε νοσοκομείο. Η κοινωνική λειτουργός, μας είπε πως έκλαιγε επί 15 μέρες, γιατί η βιολογική μαμά του σταμάτησε να τον επισκέπτεται. Πήγαμε, τον είδαμε, μας χαμογέλασε. Τον πήρα αγκαλιά, φορούσα κοντομάνικο και με έσφιγγε από το μανίκι μέχρι που τον πήρε ο ύπνος», διηγείται η ίδια για την πρώτη τους συνάντηση. 

Οι επισκέψεις συνεχίστηκαν για περίπου έναν μήνα, όμως στο μεσοδιάστημα η Εύη είχε ένα ατύχημα, το οποίο δεν άλλαξε τίποτα στα καθιερωμένα «ραντεβού» αγάπης με τον μικρό της.

«Έσπασα το πόδι μου και η κα Γεώργαρου μου έδωσε ένα αναπηρικό αμαξίδιο για να πηγαίνω να τον βλέπω κάθε πρωί. Μετά από 20 μέρες ήρθε σπίτι μας και άλλαξαν όλα. Μας έχει φέρει τα πάνω κάτω. Είναι μία βόμβα αγάπης», συνεχίζει.

Στο πλευρό του νέου μέλους της οικογένειάς της στέκεται όλο το περιβάλλον του ζευγαριού, μοιράζοντάς του απλόχερα αγάπη και φροντίδα.

«Πριν λίγο καιρό του κάναμε τα γενέθλια. Κλείσαμε σε ένα εστιατόριο και καλέσαμε όλους αυτούς τους ανθρώπους. Δεν μπορέσαμε να τους καλέσουμε όλους. Στέκονται δίπλα μας. Έχουν δώσει βόμβα αγάπης σε αυτό το παιδί. Ήμασταν 32 άτομα. Τον δέχθηκαν όλοι τόσο όμορφα. Δεν σταματάμε να έχουμε κόσμο στο σπίτι, δεν σταματάμε να έχουμε τηλεφωνήματα: «τι κάνει το παιδί», «στείλε μας φωτογραφία». Και πολλά δώρα. Νομίζω πως επειδή είναι ανάδοχο έχει πάρει διπλή αγάπη και το απολαμβάνει», εξηγεί.

«Πήραμε ένα παιδί χαμογελαστό, αλλά τώρα είναι ένα παιδί χαρούμενο»

 

Το παιδί, λέει η Εύη, χαμογελούσε σε όλους. Όχι από κοινωνικότητα, όπως νόμιζαν αρχικά, αλλά από ένστικτο επιβίωσης. «Όταν τον γνωρίσαμε η πρώτη του αντίδραση ήταν το χαμόγελο. Πηγαίναμε καθημερινά και έβλεπα ότι είχε διάδραση με όλες τις νοσοκόμες, τις καθαρίστριες, την προϊσταμένη. Γελούσε σε όλες. Το πρώτο που σκέφτεσαι είναι ότι είναι κοινωνικός, σωστά; Λέω δεν μπορεί να γελάει σε όλους. Τελικά έκατσα και το μελέτησα και είδα ότι το παιδί το είχε αναπτύξει ενστικτωδώς. Ήξερε ότι αν χαμογελάσει θα του δώσουν σημασία, θα τον πάρουν αγκαλιά. Το είχε κατακτήσει. Μου έλεγε η προϊσταμένη ότι κάθε πρωί τον είχαν στο καφέ και έπαιζαν μαζί του γιατί είναι πολύ χαμογελαστό παιδί. Όταν πήγαμε στο σπίτι γελούσε, πήγαινε σε όλους. Λέω δεν γίνεται να πηγαίνει σε όλους με αυτό το χαμόγελο. Όταν άρχισαν να περνούν οι μέρες το παιδί άλλαξε χαμόγελο. Λέγαμε με τον άντρα μου, πήραμε ένα παιδί χαμογελαστό αλλά τώρα είναι ένα παιδί χαρούμενο», διηγείται.

Παρά το εξαιρετικά νεαρό της ηλικίας του, η Εύη επιμένει: «Δεν είναι αλήθεια ότι ένα μωρό τεσσάρων μηνών δεν θυμάται. Έχει τραύμα», το οποίο αντιμετωπίζουν με τη βοήθεια ψυχολόγου.  Όταν, μήνες αργότερα, επέστρεψαν στο νοσοκομείο για έναν τυπικό έλεγχο της υγείας του παιδιού, εκείνο μαράζωσε. «Περνούν οι μέρες και αρχίζω να το συζητάω με τον άντρα μου και τους γονείς μου. Σταμάτησε να μιλάει γιατί θυμήθηκε πού ήταν. Νομίζουν ότι ένα μωρό δε θυμάται. Αν έχουν αποτυπωθεί αυτά σε ένα μωρό, φανταστείτε πώς είναι για ένα μεγαλύτερο παιδί. Φυσικά και δεν θα ξαναπάμε εκεί. Εκείνο το βράδυ δεν κοιμήθηκε καλά. Έκλαιγε».

Παθογένειες και γραφειοκρατία βάζουν «τρικλοποδιές» στις αναδοχές - «Αυτά τα παιδιά έχουν αστερόσκονη πάνω τους»

 

Η Εύη και ο σύζυγός της σκοπεύουν να προχωρήσουν σε υιοθεσία. «Το σκεφτόμαστε σοβαρά από τη στιγμή που η μαμά του δεν είναι κατάλληλη και δεν ήρθε καν στα δικαστήρια να το διεκδικήσει. Το κράτος κρίνει ότι δεν είναι κατάλληλη για να το κρατήσει. Είναι πλέον το παιδί μας, έχει γίνει το παιδί μας. Τέλη Ιουλίου κλείνουμε τον πρώτο μας χρόνο μαζί».

Παράλληλα, η ίδια αναφέρεται στην αρνητικότητα που υπάρχει γύρω από την αναδοχή, λόγω του φόβου των γονέων πως τα ανάδοχα παιδιά τους θα απομακρυνθούν από τους ίδιους. «Εγώ σε όλους τους γονείς που γνώρισα στα σεμινάρια υιοθεσίας είπα εξ αρχής ότι είμαστε στην Ελλάδα, δεν τις κυνηγούν τις οικογένειες τις παραβατικές, προκύπτουν άρα είναι ακραία παραβατικές και παραμεληματικές. Άρα πολύ δύσκολα το παιδί θα επιστρέψει πίσω. Οι κοινωνικοί λειτουργοί βέβαια σε προετοιμάζουν για αυτό. Σου λένε πως είναι ένα πένθος».

Όμως η αναδοχή, παρότι απαραίτητη, έχει και προβλήματα. Όπως επισημαίνει, «η βιολογική μητέρα του παιδιού είναι αλλοδαπή και πρέπει να βγάλω στο παιδί άδεια παραμονής. Δεν μπορώ, όμως, γιατί δεν έχει διαβατήριο. Για να βγει διαβατήριο πρέπει να του το βγάλει η βιολογική του μαμά, αλλά είναι εξαφανισμένη και της έχουν πάρει την επιμέλεια. Αυτή τη στιγμή το παιδί δεν έχει ασφάλεια υγείας και του κάναμε ιδιωτική. Έγινε ‘’στο πόδι’’ όλο αυτό με την αναδοχή, αλλά έστω κι έτσι καλώς έγινε. Γιατί έτσι τα παιδιά βγαίνουν από τα ιδρύματα ή δεν μπαίνουν καθόλου. Εγώ όπου σταθώ κι όπου βρεθώ το λέω. Είναι κάτι που προσπαθώ να το διαφημίσω. Λέω κάντε το, βάλτε αυτά τα παιδιά στα σπίτια σας. Είναι μαγικά παιδιά. Έχουν να σου δώσουν πολλή αγάπη. Δεν ξέρω πως είναι να έχεις ένα βιολογικό παιδί, αλλά αυτά τα παιδιά έχουν αστερόσκονη πάνω τους. Είναι ένστικτο; Είναι από το Θεό ή το σύμπαν; Δεν ξέρω. Έχουν μία λάμψη. Το λέω και για το άλλο παιδί στο οικείο μου περιβάλλον. Θα προσπαθήσουμε να του δώσουμε εις διπλούν και εις τριπλούν ό,τι στερήθηκε από την πρώτη ημέρα που ήρθε στον κόσμο. Το αξίζει, κάθε παιδάκι το αξίζει».

Οι συνέπειες της γραφειοκρατίας, όμως, δεν σταματούν εδώ. Η σοβαρή έλλειψη επικοινωνίας ανάμεσα στις εισαγγελικές αρχές διαφορετικών πόλεων παραλίγο να καταστεί μοιραία προκειμένου το παιδί να καταλήξει στα χέρια μίας κακοποιητικής γυναίκας. Η βιολογική μητέρα, με ιστορικό κακοποίησης του μεγαλύτερου παιδιού της, διεκδικούσε αρχικά την επιμέλεια χωρίς κανείς να γνωρίζει το παρελθόν της.

«Η εισαγγελία της άλλης πόλης με αυτή της Θεσσαλονίκης δεν είχαν επικοινωνία. Η βιολογική μαμά του παιδιού μου θα το έπαιρνε σπίτι της, γιατί το ιστορικό από την άλλη πόλη δεν έφτασε ποτέ στη Θεσσαλονίκη. Ότι αυτή η γυναίκα είναι επικίνδυνη και δεν πρέπει να πάρει το παιδί. Το διεκδικούσε, είχε βάλει δικηγόρο και μετά εξαφανίστηκε. Αν δεν εξαφανιζόταν θα το έπαιρνε σπίτι της. Και δεν ξέρουμε τι θα του έκανε. Όταν με πήραν τηλέφωνο από την υπηρεσία ότι υπάρχει αυτό το παιδί μου είπαν την καταγωγή του, την ηλικία της μητέρας και την πορεία της. Μπήκα στο google και βρήκα ότι αυτή η γυναίκα είχε ποινικό μητρώο. Εδώ δεν το ήξεραν, εγώ τους το είπα», εξηγεί.

Ο μεγαλύτερος αδελφός του γιου της βρίσκεται σε ανάδοχη οικογένεια στη Δυτική Μακεδονία και τα δύο αγόρια έχουν επαφή, χάριν μίας… θείας σύμπτωσης, στην οποία καίριο ρόλο διαδραμάτισε η Ελένη Γεώργαρου, καθώς δέχθηκε ένα τηλεφώνημα από την ανάδοχη μητέρα του αγοριού, συνέθεσε το «παζλ» και αντιλήφθηκε τη συγγένεια.

«Αν θέλεις να γίνεις μαμά εκεί έξω υπάρχουν πάρα πολλά παιδιά που θέλουν μια αγκαλιά»

 

Η ίδια φέτος θα γιορτάσει την πρώτη της Γιορτή της Μητέρας αγκαλιά με το αγοράκι της, αλλά και τον πρώτο τους χρόνο μαζί σε δύο μήνες. «Αυτό το παιδί θα γιορτάζει 2 και 3 γενέθλια. Και την ημέρα που τον είδαμε και την ημέρα που τον πήραμε», λέει και παραδέχεται πως εάν η δουλειά της ήταν πιο ελαστική θα άνοιγε την αγκαλιά της και σε άλλο παιδί. «Θα μπορούσα να κάνω και παιδικό σταθμό», λέει γελώντας και εξηγεί πως «είναι μαγικό να βλέπεις το παιδί να ανθίζει με αυτόν τον τρόπο». 

«Μας έβγαλε από το θερμοκήπιό μας, από το safe zone μας, γιατί καλώς ή κακώς οι περισσότεροι έχουμε μεγαλώσει στα πούπουλα. Δεν ξέρουμε τι συμβαίνει γύρω μας. Υπάρχουν οικογένειες που ζουν ακραίες καταστάσεις και δεν παίρνουμε είδηση», συνεχίζει. Και δίνει το δικό της μήνυμα και σε άλλες γυναίκες: «Αν θέλεις να γίνεις μαμά εκεί έξω υπάρχουν πάρα πολλά παιδιά που θέλουν μια αγκαλιά».

Ευφροσύνη Καζεπίδου