Αφορμή στάθηκε ένας διαγωνισμός σχολικών εφημερίδων, όμως η κινητήρια δύναμη φαίνεται ότι ήταν η θεματική της πρώτης έκδοσης, η Θεσσαλονίκη, και η επιθυμία των νεαρών μαθητών να αναδείξουν τα κακώς κείμενά της, αλλά και όσα τους γεμίζουν ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον σε αυτήν, μέσα από τη δική τους μάτια. Με τη στήριξη του Συλλόγου Διδασκόντων και τη χρηματοδότηση της εκτύπωσης από τον Σύλλογο Γονέων και Κηδεμόνων, οι μαθητές μετατράπηκαν σε φερέλπιδες συντάκτες, ρεπόρτερ και φωτογράφοι.
Μέσα σε 24 σελίδες με αφιερώματα, συνεντεύξεις, ρεπορτάζ και στήλες ποικίλης ύλης, η συντακτική ομάδα της σχολικής εφημερίδας «Δευτέρου Ματιά» κατάφερε να δημιουργήσει ένα φύλλο «αγγίζοντας» θέματα καθημερινότητας, εθελοντισμού, αλλά και κοινωνικά και πολιτιστικά ζητήματα.
Έχοντας σε πρώτο πλάνο την πόλη, εστίασαν σε ζητήματα καθαριότητας και ανακύκλωσης, οπαδικής βίας, δημόσιου χώρου, αθλητισμού, εθελοντισμού, έλλειψης πρασίνου και εγκαταλελειμμένων κτηρίων, ενώ αντικείμενο της θεματολογίας τους αποτέλεσε και το Μετρό.
Η Δέσποινα, η Νικολέτα, η Ολυμπία, ο Γιώργος, ο Βασίλης Σγ. και ο Ιωάννης, μέλη της συντακτικής ομάδας, μιλούν στα «Μακεδονικά Νέα» για την εμπειρία τους και όσα τους προβληματίζουν.
Τα πρώτα «δημοσιογραφικά» ξενύχτια, το βραβείο και το βαθύτερο νόημα
Από τη μία μαθήματα που ολοένα και δυσκολεύουν, εξωσχολικές δραστηριότητες, προπονήσεις και φροντιστήρια και από την άλλη… ξενύχτια και deadlines! Τι ήταν αυτό που έκανε τους μαθητές να πουν το «ναι» στην έκδοση μίας εφημερίδας;
Πέραν του βραβείου του διαγωνισμού (σ.σ. ένα ταξίδι στην Αθήνα), το οποίο φαίνεται να παρακίνησε εμφανώς τους συμμετέχοντες στη δράση, γρήγορα αυτή απέκτησε βαθύτερη σημασία.
«Οι καθηγήτριες μας ρώτησαν και θεωρήσαμε πως ήταν πολύ καλή ιδέα, οπότε συμφωνήσαμε για τη θεματική που αφορούσε την πόλη. Ήταν πολύ ωραία ιδέα. Ήξερα τι θα γράψω. Ασχοληθήκαμε με τις δράσεις του σχολείου. Φέτος κάναμε πολλές και μας βοήθησαν να έχουμε πολύ υλικό για την εφημερίδα», σημειώνει χαρακτηριστικά ο Ιωάννης.
Από την πλευρά της η Νικολέτα, εκτός της εις βάθους γνωριμίας με την πόλη, βρήκε την όλη διαδικασία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και διασκεδαστική.
Το ίδιο και η Ολυμπία, ενώ η Δέσποινα είδε την έκδοση ενός σχολικού φύλλου ως ευκαιρία για τη συνέχιση της δημιουργικής γραφής μέσα από την ενασχόλησή της με αυτό.
«Εμένα με παρακίνησε ότι είχα κάποιες ιδέες και ότι ήθελα να κάνω έρευνα για την πόλη μου», λέει η Νικολέτα και -παραδέχεται γελώντας- πως σημαντικό ρόλο σε αυτή της την ενασχόληση διαδραμάτισε και το βραβείο.
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Ιωάννης, ο οποίος πέραν του βραβείου, παρακινήθηκε από τη θεματική.
Κάπως έτσι, οι μαθητές έφτιαξαν ομάδες εργασίας και σήκωσαν τα μανίκια προκειμένου να φέρουν εις πέρας τα θέματά τους. Κάποιες φορές μάλιστα… αναγκάστηκαν να δείξουν υπερβάλλοντα ζήλο λόγω της προθεσμίας που έπρεπε να προλάβουν.
«Ήταν κουραστικό αλλά και απολαυστικό», σημειώνει χαρακτηριστικά ο Ιωάννης και συνεχίζει: «Τελειώναμε το σχολείο και αντί να κάνουμε τις δραστηριότητές μας πχ προπονήσεις, μαθήματα κλπ, καθόμασταν εδώ με τους φίλους μας, διαλέγαμε το θέμα με το οποίο θα ασχολούμασταν. Είχαμε και δουλειά για το σπίτι. Ένα βράδυ κοιμήθηκα στις 2 το βράδυ για να τελειώσω, αλλά άξιζε. Άλλα άτομα έχουν εμπνευστεί από εμάς».
«Δεν ένιωθα ότι ήμουν σε διαγωνισμό», λέει ο Γιώργος. Όπως εξηγεί, «δεν υπήρχε το άγχος ώστε να βγάλουμε κάτι εντυπωσιακό για να κατακτήσουμε τις πρώτες θέσεις. Το είδαμε ως μία δράση που είχε μεν μία προθεσμία, αλλά το κάναμε περισσότερο για το σχολείο και για εμάς».
Μάλιστα, η Νικολέτα παραδέχεται πως έως ενός σημείου της διαδικασίας δεν γνώριζε ποιο θα ήταν το έπαθλο. «Ήμουν με τους φίλους μου, πέρασα χρόνο μαζί τους, κάναμε πλάκα. Μετά στο σπίτι μου έκανα μερικές εργασίες για να μπορώ να γράψω το άρθρο μου για την εφημερίδα. Ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα διαδικασία που δεν σταματούσε στον διαγωνισμό», σημειώνει.
«Δεν ήταν τόσο διαγωνισμός. Κατά κύριο λόγο φτιάξαμε τις ομάδες με φίλους μας και διαλέξαμε τα θέματά μας. Είχαμε την προθεσμία και σε κάποια στιγμή έπρεπε να επισπεύσουμε τις διαδικασίες. Ήταν περισσότερο ενδιαφέρον απ' ότι αγχωτικό», σημειώνει η Δέσποινα.
Η μουντίλα, οι «περιορισμένες» επαγγελματικές ευκαιρίες και οι εγκαταλελειμμένοι χώροι
Οι νεαροί μαθητές, που κλήθηκαν να μεταφέρουν με δημοσιογραφική ματιά ζητήματα που βιώνουν καθημερινά και τους προβληματίζουν, δε δείχνουν ιδιαίτερα ικανοποιημένοι από την εικόνα της πόλης, κάνοντας λόγο για πληθώρα προβλημάτων στον δημόσιο χώρο, αλλά και για περιορισμένες ευκαιρίες επαγγελματικής σταδιοδρομίας.
«Ένα σημαντικό ζήτημα είναι η καθαριότητα. Μειώνουν την πόλη τα σκουπίδια και οι βρώμικοι δρόμοι. Λείπει το πράσινο. Περισσότερα πάρκα θα έκαναν πιο όμορφη την πόλη», σημειώνει η Νικολέτα.
Από την πλευρά της η Δέσποινα μιλά για τα γκράφιτι που υπάρχουν ακόμη και σε σχολικές αυλές. «Γυρίσαμε από τις διακοπές του Πάσχα και όλοι οι τοίχοι της αυλής ήταν βαμμένοι με γκράφιτι. Τα κάνουν και σε παλιά κτίσματα, αλλά και σε μνημεία. Δεν είναι μόνο σχέδια, που και πάλι χρειάζεσαι άδεια, αλλά και άσχετες λέξεις που απλά βρωμίζουν τον δημόσιο χώρο και καταστρέφουν την εικόνα της πόλης».
«Βλέπω τη Θεσσαλονίκη ως το δικό μου σπίτι που χρειάζεται μία ανακαίνιση. Πρέπει να προτείνουμε στο δήμο ώστε να παρεμβαίνει», λέει ο Γιάννης, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για αξιοποίηση εγκαταλελειμμένων κτηρίων τα οποία παραμένουν αναξιοποίητα και ρημάζουν στο πέρασμα των χρόνων.
«Γενικά να μην υπάρχει αυτή η μουντίλα. Το κέντρο το προσέχουμε, αλλά τις γύρω περιοχές όχι και τόσο», καταλήγει.
Από την πλευρά του ο Βασίλης Σγ. μιλά για τα στρατόπεδα σε ολόκληρη τη Θεσσαλονίκη τα οποία, μετά το τέλος της χρήσης τους ως τέτοια, παραμένουν αναξιοποίητα. «Υπάρχουν και πολλά εγκαταλελειμμένα στρατόπεδα, όπως στον δήμο Παύλου Μελά που θέλουν να γίνει πάρκο μετά από πολλά χρόνια. Είναι μεγάλοι χώροι που δεν αξιοποιούνται. Μπορούν να γίνουν ωραία, μεγάλα πάρκα», λέει.
«Υπάρχουν κτίρια που περνάς από μπροστά τους και σε πιάνει μία μικρή “κατάθλιψη”. Είναι πολύ στενάχωρα. Αν εκεί βρισκόταν πάρκα θα πήγαινε ο κόσμος», συνεχίζει η Νικολέτα.
«Υπάρχουν πολλοί άστεγοι στους δρόμους», αναφέρει η Δέσποινα και προτείνει να δημιουργηθούν περισσότερες δομές για εκείνους. «Ίσως θα έπρεπε να δημιουργηθούν δομές όπου θα μπορούν να δουλέψουν, ώστε να βγάζουν χρήματα και να σταθούν στα πόδια τους ξανά», σημειώνει στη συνέχεια. Παράλληλα, τονίζει πως «τα πεζοδρόμια δεν είναι σε καλή κατάσταση. Τα πλακάκια είναι σπασμένα και καθημερινά πέφτουν άνθρωποι. Θέλουν σίγουρα συντήρηση».
«Θα ήθελα να υπήρχαν περισσότερες ευκαιρίες για επαγγελματική εξέλιξη, χωρίς να χρειάζεται να πηγαίνεις στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις της Ευρώπης», προσθέτει ο Γιώργος και υπογραμμίζει την ανάγκη ύπαρξης δυνατοτήτων επαγγελματικής δραστηριοποίησης σε πολύ υψηλό επίπεδο και στη Θεσσαλονίκη. Ενώ ο Βασίλης προσθέτει πως στην Αθήνα υπάρχουν πολύ περισσότερες ευκαιρίες.
Από πλευράς του ο Ιωάννης τονίζει πως η κατάσταση είναι χειρότερη στις επαρχιακές πόλεις. «Όλα αυτά δεν τα ζητάμε μόνο για τη Θεσσαλονίκη, αλλά για όλες τις πόλεις. Πρέπει να ασχοληθούμε παντού και για όλους».
Στον αντίποδα, η Δέσποινα πιστεύει πως «ως συμπρωτεύουσα έχουμε περισσότερα πράγματα απ’ ό,τι άλλες πόλεις. Έχουμε τα Πανεπιστήμια και αρκετές δουλειές. Σε σύγκριση με άλλες πόλεις έχουμε αρκετές ευκαιρίες. Είναι μία ικανοποιητική πόλη για να ζήσει κάποιος πιο ήρεμα».
Παράλληλα, και ο Γιώργος φαίνεται να είναι ικανοποιημένος από την πόλη. «Είναι όπως πρέπει και όπως μπορεί να είναι. Στο μόνο που υστερεί είναι τα πάρκα που είναι σημαντικά για μία πόλη. Αλλά γενικά είναι ικανοποιητική πόλη για να ζήσει κάποιος», σημειώνει.
Τι θα πρότεινε όμως η συντακτική ομάδα για το υλικό ενός επόμενου φύλλου της σχολικής τους εφημερίδας;
«Ίσως ένα θέμα για το bulling. Πρέπει να βρίσκεται στο ''φως'' για να εκλείψει σταδιακά», προτείνει η Νικολέτα, ενώ ο Βασίλης Σγ. θα ήθελε να ασχοληθεί με τις νεοκλασικές βίλες σε κεντρικές οδούς που στέκονται «άπραγες», καθώς και με την ανάδειξη τοποθεσιών και δρόμων της Θεσσαλονίκης, όπως η οδός Ερνέστου Εμπράρ.
Ο αθλητισμός και ο ρόλος που διαδραματίζει για τη ζωή του ανθρώπου φαίνεται να κεντρίζει το ενδιαφέρον της Νικολέτας, ενώ ο Γιώργος θα επιθυμούσε να πραγματευτεί θέματα σχετικά με την τεχνολογία, την εξέλιξή της, αλλά και τους τρόπους που επηρεάζει τους νέους και το σύνολο της κοινωνίας.
Βρισκόμενος σε μία ηλικία με έντονους προβληματισμούς σχετικά με την επιλογή μελλοντικού επαγγέλματος ο Ιωάννης προτείνει κάποιο ρεπορτάζ σχετικό με τον επαγγελματικό προσανατολισμό. Όπως εξηγεί, «έτσι θα βοηθήσουμε άλλα παιδιά ή και ενήλικες να επιλέξουν επάγγελμα. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που χάνουν τις δουλειές τους ή φοιτούν σε εσπερινά λύκεια και βρίσκονται τώρα σε κατάσταση επιλογής επαγγέλματος».
Σκέφτονται, όμως, οι νεαροί ερασιτέχνες δημοσιογράφοι μία ενδεχόμενη μελλοντική επαγγελματική ενασχόληση με το αντικείμενο;
«Δεν έχω αποφασίσει ακόμα με τι θα ασχοληθώ, αλλά έχω στο πίσω μέρος του μυαλού μου ότι ίσως θα ήθελα να ασχοληθώ με τη δημοσιογραφία», παραδέχεται ο Γιώργος. Όπως επισημαίνει, αν και έλαβε ερεθίσματα μέσω της εν λόγω δράσης στην οποία συμμετείχε, η καθημερινή επαφή του με τον «κόσμο των ειδήσεων» του έχει προκαλέσει ενδιαφέρον.
Την ίδια εικόνα για τη δημοσιογραφία έχει και ο Ιωάννης, ο οποίος λατρεύει να έρχεται σε επαφή με τις αθλητικές και αστυνομικές/δικαστικές ειδήσεις και κρατά τη δημοσιογραφία ως μία «εναλλακτική επιλογή».
Μία νέα και -ως φαίνεται- ανερχόμενη φωτογράφο φαίνεται ότι «γέννησε» το σχολικό φύλλο, καθώς η Ολυμπία απόλαυσε την ενασχόλησή της με τη φωτογραφία στο πλαίσιο της έκδοσής του και αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να ασχοληθεί περαιτέρω με το αντικείμενο.
O Ιωάννης ασχολήθηκε εκτενώς με τη δημιουργία των παιχνιδιών -σταυρόλεξο και κρυπτόλεξο- που κοσμούν το οπισθόφυλλο της εφημερίδας, κάτι που φαίνεται να τον «κέρδισε», ενώ ο Βασίλης Σγ. βρήκε εξαιρετικά ενδιαφέρουσα την έρευνα, εκφράζοντας παράλληλα τους προβληματισμούς του για το πόσο αντικειμενικά είναι στην πραγνατικότητα τα ΜΜΕ και οι δημοσιογράφοι.
Η Νικολέτα, από την άλλη πλευρά, φαίνεται να «αγαπά»… τα deadlines. «Μου άρεσε πολύ που ήμασταν υπεύθυνοι για τα θέματα και έπρεπε να το γράψουμε σε προκαθορισμένο χρονικό διάστημα», σημειώνει χαρακτηριστικά και παραδέχεται πως «ήταν μια ενδιαφέρουσα διαδικασία, ίσως να το σκεφτόμουν και επαγγελματικά».
Καθηγητές σε ρόλο... διευθυντή έκδοσης, διευθυντή σύνταξης και αρχισυντάκτη
Οι νεαροί μαθητές δεν ξεχνούν να ευχαριστήσουν τις φιλολόγους τους Νικολέτα Δεληγιάννη, Ευαγγελία Βαμβίνη, Κολτούκη Πελαγία και την καθηγήτρια αγγλικών, Ντίνα Γεωργιάδου, οι οποίες κατηύθυναν, στήριξαν και βοήθησαν με κάθε τρόπο τη συντακτική ομάδα καθ’ όλη τη διαδικασία δημιουργίας της σχολικής εφημερίδας.
«Οι καθηγητές κυριολεκτικά ξενύχτησαν για να βγει αυτό το φύλλο», σημειώνει χαρακτηριστικά η Δέσποινα, με τον Ιωάννη να ξεχωρίζει τη συμβολή της κ. Βαμβίνη, η οποία «ανέλαβε πολλά θέματα τα οποία έλεγξε και διόρθωσε».
Από την πλευρά της η Νικολέτα εξηγεί πως λόγω την καθυστέρησης ένταξης του σχολείου στο διαγωνισμό, η πίεση του χρόνου ήταν μεγάλη, μετατρέποντας τον ρόλο των καθηγητών σε ακόμη πιο καίριο στην αποφόρτιση των μαθητών.