Μετά τις παραιτήσεις, που ήταν η πρώτη αντίδραση Μητσοτάκη σε όσα είχαν δει το φως της δημοσιότητας, χθες έγινε η επόμενη κίνηση της δημόσιας τοποθέτησης του πρωθυπουργού και σήμερα το τρίτο βήμα, η ανάληψη πρωτοβουλιών ώστε να υπάρξει άμεση αντιμετώπιση, με πολιτικές, που έρχονται να συμπληρώσουν όσα έχουν ήδη γίνει και αποδείχθηκαν, προφανώς, ανεπαρκή, αλλά και που θα φέρνουν προ των ευθυνών τους, τους εμπλεκόμενους.
Ο κ. Μητσοτάκης ανακοίνωσε δύο μέτρα προς αυτή την κατεύθυνση. Πρώτον, τη σύσταση ειδικής ομάδας ελέγχου με τη συμμετοχή εκπροσώπων της Οικονομικής Αστυνομίας! Της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων και όλων των αρμόδιων ελεγκτικών φορέων, προκειμένου να διερευνηθούν όλες οι περιπτώσεις παράνομης καταβολής ενισχύσεων και να καταλογιστούν τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά στους αποδέκτες τους, ώστε ουσιαστικά όσοι έλαβαν πόρους που δεν δικαιούνταν να τους επιστρέψουν.
Δεύτερον, την «επανατοθέτηση» των σχέσεων του πολίτη με το κράτος με βάση το gov.gr, ώστε οι πελατειακές σχέσεις να αποτελέσουν παρελθόν. «To gov δεν ρωτάει τους πολίτες τι ψηφίζουν, ούτε ζητά και οποιοδήποτε αντάλλαγμα για να μπορέσει να τους εξυπηρετήσει. Νομίζω ότι αυτή η φιλοσοφία πρέπει από εδώ και στο εξής να διαπνέει τη λειτουργία κάθε κρατικού φορέα και την κουλτούρα κάθε κρατικού αξιωματούχου» είπε χαρακτηριστικά, περιγράφοντας τις προθέσεις του Μεγάρου Μαξίμου. Για την κυβέρνηση, τέτοιου είδους μεταρρυθμίσεις έχουν ήδη γίνει σε μια σειρά λειτουργιών, όπως οι συντάξεις, το κτηματολόγιο, τα ραντεβού στα νοσοκομεία και ο προγραμματισμός χειρουργείων, όπου, όπως σημειώνουν, η χρήση της τεχνολογίας δεν εξασφάλισε μόνο την ταχύτερη εξυπηρέτηση, αλλά και την κατάργηση των «μεσαζόντων» για τη διεκπεραίωση υποθέσεων των πολιτών.
Από χθες, με την ανάρτησή του, ουσιαστικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιχειρεί να συμβαδίσει με το αίσθημα της κοινής γνώμης. Αποφεύγοντας την παγίδα του συμψηφισμού με το παρελθόν και τη λογική «όλοι τα ίδια έκαναν», μίλησε για διαλόγους που προκαλούν αγανάκτηση και οργή, για απόστημα που πρέπει να σπάσει, για πρακτικές που παραπέμπουν σε συναλλαγές για λίγους σταυρούς και για παλαιοκομματισμό.
Παραδεχόμενος ανεπάρκεια του κράτους, παρότι το πρόβλημα, όπως είπε, υπάρχει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ο πρωθυπουργός έκανε λόγο για προσπάθειες που έγιναν, αλλά δεν κατάφεραν να ανατάξουν την κατάσταση. Μια κατάσταση, που σε γενικό πλαίσιο είναι προφανές ότι η κυβέρνηση γνώριζε, γι’ αυτό και είχε ήδη ανακοινώσει την υπαγωγή του ΟΠΕΚΕΠΕ υπό την πλήρη ευθύνη της ΑΑΔΕ, με τον κ. Μητσοτάκη να κάνει τότε λόγο για δεσμό που δεν λύνεται, κόβεται.
Ο πρωθυπουργός έστειλε ένα σαφές μήνυμα, όμως, και στο εσωτερικό της κυβέρνησης και του κόμματός του, ότι «παλαιοκομματικές συμπεριφορές και εκ μέρους της παράταξής μας δεν μπορούν άλλο να γίνουν ανεκτές» και συμπληρώνοντας μάλιστα ότι δεν αρκεί τα στελέχη του να λένε ότι «αυτές οι ψηφοθηρικές πρακτικές ήταν διαχρονικές, γίνονταν από άλλες παρατάξεις». Επιμένοντας στην ανάγκη να υπάρξουν διαφορετικά δείγματα γραφής, ο κ. Μητσοτάκης υπενθύμισε ότι «οι πολίτες μας ψήφισαν για να αλλάξουμε τα κακώς κείμενα, όχι για να τα διαιωνίσουμε», όπως και ότι «οι πολίτες απαιτούν ένα άλλο υπόδειγμα πολιτικής δράσης».
Το ερώτημα παραμένει για τη στάση, που η Νέα Δημοκρατία θα κρατήσει σε κοινοβουλευτικό επίπεδο. Ο πρωθυπουργός δεν έδωσε στίγμα προθέσεων στο υπουργικό συμβούλιο, περιοριζόμενος να πει ότι «τα υπόλοιπα θα ακολουθήσουν όταν, όπως και όπου πρέπει». Το βέβαιο είναι ότι κοινοβουλευτική συνέχεια θα υπάρξει, με τις έως τώρα πληροφορίες, πάντως, να θέλουν την κυβερνητική πλειοψηφία να μην υιοθετεί προτάσεις για σύσταση προανακριτικής επιτροπής, που συνεπάγεται ποινικές ευθύνες, αφήνοντας, ωστόσο, στο «τραπέζι» το θέμα της εξεταστικής, για τη διερεύνηση πολιτικών ευθυνών.
Κρίσιμος για την κυβέρνηση θα είναι και ο αντίκτυπος, που θα υπάρξει, στην εικόνα της, με μετρήσιμο μέγεθος να είναι αυτή την ώρα οι επόμενες δημοσκοπήσεις. Στα τελευταία κύματα των μετρήσεων της κοινής γνώμης, η ΝΔ εμφανιζόταν ενισχυμένη, φτάνοντας ή και ξεπερνώντας σε ορισμένες τον πήχη του 30%. Το κυβερνητικό επιτελείο αναμένει τον επόμενο γύρο, ώστε να υπάρξει και η εκτίμηση της πολιτικής ζημιάς που η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ προκαλεί στην κυβέρνηση.
Πηγή: Liberal.gr/Λίδα Μπόλα