Το υπερπλεόνασμα του 2024 δημιουργεί σημαντικό δημοσιονομικό χώρο που επιτρέπει στην κυβέρνηση να επιστρέψει οφέλη προς την κοινωνία. Η αξιοποίηση, ωστόσο, του πλεονάσματος οφείλει να γίνει με προσοχή και συγκρατημένη λογική.
Είναι χρήσιμο να εξετάσουμε τη σύνθεση και την προέλευση του πλεονάσματος για να αντιληφθούμε τα βασικά χαρακτηριστικά του. Η «φυσιογνωμία» της υπερβάλλουσας οικονομικής απόδοσης κατευθύνει και ορίζει το μέγεθος διάθεσής της. Και η διάθεση θα πρέπει να γίνει κοιτώντας μπροστά, με όρους μέλλοντος, λαμβάνοντας υπόψη τη σχεδόν μόνιμη αστάθεια στο γεωπολιτικό και διεθνές οικονομικό πεδίο.
Είναι κρίσιμο να γίνει κατανοητό ότι ο χαρακτήρας των παραγόντων που οδήγησαν στη δημιουργία υπερπλεονάσματος είναι μη επαναλαμβανόμενος. Δηλαδή κανείς δεν μπορεί να προβλέψει και να εγγυηθεί ότι και για το 2025 τα φορολογικά έσοδα -κυρίως από την πάταξη της φοροδιαφυγής- θα είναι υψηλά. Όπως επίσης δεν μπορούμε να προεξοφλήσουμε τη θετική πορεία του τουρισμού που συμβάλλει καθοριστικά στα δημόσια έσοδα. Σχεδόν το 40% του υπερπλεονάσματος προέρχεται από μη επαναλαμβανόμενες πηγές. Αυτό το ποσοστό επιβεβαιώνει την ευμετάβλητη φυσιογνωμία του και αναδεικνύει την ανάγκη για προσεκτική διαχείριση.
Επιπρόσθετα, θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι οι δημοσιονομικοί κανόνες που είναι σε ισχύ δεν επιτρέπουν αλόγιστη αξιοποίηση του πλεονάσματος. Ανεξάρτητα από το αίτημα ενεργοποίησης της ρήτρας διαφυγής που κατέθεσε η ελληνική κυβέρνηση για απόκλιση των δαπανών, οι κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας ισχύουν κανονικά.
Επομένως δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για ριψοκίνδυνη παροχολογία. Μια παροχολογία που θα δοκίμαζε τη δημοσιονομική σταθερότητα της χώρας.
Δεν θα πρέπει, επίσης, να αγνοούμε ότι η διασφάλιση και διατήρηση της επενδυτικής βαθμίδας της ελληνικής οικονομίας από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης απαιτούν τη διακράτηση υψηλών ταμειακών διαθεσίμων.
Όλα τα παραπάνω συνηγορούν υπέρ της άποψης για συνετή δημοσιονομική διαχείριση με γνώμονα τη σταθερότητα. Δεν θα πρέπει, στο ενδιάμεσο του εκλογικού κύκλου που βρισκόμαστε τώρα, να τινάξουμε στον αέρα τις θυσίες του ελληνικού λαού και την πρόσοδο που έχει συντελεστεί. Τα δημοσιονομικά περιθώρια που δημιουργούνται θα πρέπει να αξιοποιούνται εξετάζοντας κάθε φορά τις συνθήκες που επικρατούν. Σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Για να υπάρχει η δυνατότητα να αντιμετωπίσουμε πιθανές μη αναμενόμενες καταστάσεις. Αυτά τα περιθώρια θα πρέπει να μετατρέπονται σε αναπτυξιακές και κοινωνικές πολιτικές με συγκεκριμένες προτεραιότητες.
Αναμφισβήτητα, μια από τις βασικές προτεραιότητες τώρα είναι η στήριξη της μεσαίας τάξης. Μιας τάξης που έχει πληγεί σημαντικά από αλλεπάλληλες κρίσεις. Μιας τάξης που περικλείει την ευρεία ομάδα των ελεύθερων επαγγελματιών που σήκωσαν δυσβάσταχτο κόστος. Είναι ώρα να εξετάσουμε τα περιθώρια που δημιουργεί η οικονομική ανάπτυξη και να στηρίξουμε ένα από τα πιο σημαντικά τμήματα της ελληνικής οικονομίας.
*Ο Κωνσταντίνος Μουτσιάνας είναι Διδάκτωρ Οικονομικών Επιστημών ΑΠΘ