«Θα έπρεπε να είχαμε ακούσει καλύτερα την Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη», παραδέχθηκε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, κατά την ομιλία της στο συνέδριο ασφάλειας Globsec στην Πράγα, τον Αύγουστο του 2024. Η δήλωση αυτή ήταν μια έμμεση αναγνώριση ενός στρατηγικού τυφλού σημείου στην ευρωπαϊκή πολιτική ασφάλειας, το οποίο πολλές κυβερνήσεις προσπαθούν πλέον να διορθώσουν.
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI), η Ευρώπη - συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας - ήταν η περιοχή με τη μεγαλύτερη αύξηση στρατιωτικών δαπανών παγκοσμίως το 2024, καταγράφοντας άνοδο 17% και ξεπερνώντας τα επίπεδα του τέλους του Ψυχρού Πολέμου.
Ειδικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι αμυντικές δαπάνες αναμένεται να φτάσουν τα 326 δισεκατομμύρια ευρώ το 2024, ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 1,9% του ΑΕΠ της. Πρόκειται για το δέκατο συνεχόμενο έτος αύξησης, με συνολική άνοδο άνω του 30% σε σχέση με το 2021.
Αξιοσημείωτο είναι ότι 23 από τα 32 κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ έχουν ήδη επιτύχει ή ξεπεράσει τον στόχο της Συμμαχίας για διάθεση τουλάχιστον 2% του ΑΕΠ σε αμυντικές δαπάνες έως το 2024. Με την ένταση να αυξάνεται στο ανατολικό μέτωπο του ΝΑΤΟ, οι Ηνωμένες Πολιτείες ανανέωσαν την έκκλησή τους προς τους συμμάχους για αύξηση των δαπανών στο 5% του ΑΕΠ - πρόταση που αναμένεται να βρεθεί στο επίκεντρο της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ στη Χάγη, τον Ιούνιο.
Οι κυβερνήσεις των χωρών της Βαλτικής έχουν ήδη ταχθεί υπέρ του αιτήματος αυτού, με την Εσθονία, τη Λετονία και τη Λιθουανία να δεσμεύονται να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες στο 5% του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια, σύμφωνα με το LSM.
Η Πολωνία, από την πλευρά της, έχει ήδη υπερβεί το 4% το 2024. Η Γαλλία, η οποία σήμερα δαπανά το 2,1% του ΑΕΠ της για την άμυνα, σχεδιάζει αύξηση των στρατιωτικών δαπανών κατά περισσότερα από 3 δισ. ευρώ ετησίως την περίοδο 2024-2030.
Η Γερμανία έχει αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες κατά 28% το 2024 και ο νέος καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς δεσμεύτηκε, στην εναρκτήρια κυβερνητική του δήλωση, να καταστήσει την Bundeswehr τον ισχυρότερο συμβατικό στρατό της Ευρώπης.
Η Φινλανδία ξεκίνησε την κατασκευή μεταλλικού φράχτη στα 1.340 χιλιόμετρα των συνόρων της με τη Ρωσία, ενώ η Ισπανία προγραμματίζει να δαπανήσει 14 εκατομμύρια ευρώ για την αναβάθμιση του εξοπλισμού και των συνθηκών εργασίας των ενόπλων δυνάμεών της.
Διχασμένη κοινή γνώμη
Πώς αντιδρούν οι Ευρωπαίοι πολίτες σε αυτή τη γενικευμένη ενίσχυση της άμυνας; Σύμφωνα με το φθινοπωρινό Ευρωβαρόμετρο του 2024, το 33% των πολιτών της ΕΕ θεωρεί ότι η ασφάλεια και η άμυνα πρέπει να αποτελέσουν κορυφαία προτεραιότητα για την Ένωση τα επόμενα πέντε χρόνια - ποσοστό που ξεπερνά εκείνα για τη μετανάστευση (29%) και την οικονομία (28%). Ωστόσο, πίσω από αυτόν τον ευρωπαϊκό μέσο όρο κρύβονται έντονες εθνικές αποκλίσεις.
Στις χώρες της πρώτης γραμμής, όπως η Λιθουανία (49%), η Φινλανδία (48%) και η Πολωνία (46%), η άμυνα βρίσκεται στην κορυφή των ανησυχιών της κοινής γνώμης. Αντίθετα, μόλις το 12% των Ισπανών και το 19% των Ελλήνων ιεραρχούν την άμυνα ως προτεραιότητα, εστιάζοντας περισσότερο στην απασχόληση, τη μετανάστευση και την κλιματική κρίση.
Ο Félix Arteaga, αναλυτής του Βασιλικού Ινστιτούτου Elcano, αποδίδει αυτή τη στάση στη μακρά ουδετερότητα και απομόνωση της Ισπανίας κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, που δημιούργησε διαχρονική δυσπιστία απέναντι στις στρατιωτικές επενδύσεις. Αν και η δημόσια εικόνα των ενόπλων δυνάμεων έχει βελτιωθεί μετά το τέλος της δικτατορίας του Φράνκο, οι στρατιωτικές δαπάνες παραμένουν χαμηλά στις προτεραιότητες των πολιτών.
Στις αρχές του 2025, ο πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ δεσμεύτηκε να φτάσει τον στόχο του 2% έως το 2029, διευκρινίζοντας όμως ότι αυτό δεν θα γίνει εις βάρος της κοινωνικής πολιτικής. «Δεν πρόκειται να μπούμε σε κούρσα εξοπλισμών», τόνισε.
Παρόμοια είναι η εικόνα και στη Γαλλία, παραδοσιακό πυλώνα της ευρωπαϊκής άμυνας, όπου η ενίσχυση των στρατιωτικών δαπανών προκαλεί αντιδράσεις. «Δεν πρέπει να θυσιάσουμε το κοινωνικό μας μοντέλο στο όνομα της ασφάλειας», δήλωσε ο πρωθυπουργός Φρανσουά Μπαϊρού σε πρόσφατες διαβουλεύσεις για το ασφαλιστικό.
Η εξαγγελία του προέδρου Μακρόν για αύξηση των στρατιωτικών κονδυλίων έχει ήδη προκαλέσει ανησυχία στα κόμματα της αντιπολίτευσης, που εκφράζουν φόβους για περικοπές σε άλλους κρίσιμους τομείς και ζητούν περισσότερη διαφάνεια.
Αντίθετα, στην Ελβετία, μια χώρα με μακρά παράδοση ουδετερότητας, σχεδόν οι μισοί πολίτες δηλώνουν ότι θα ήθελαν μεγαλύτερες στρατιωτικές δαπάνες απ’ όσες εγκρίνει συνήθως το Κοινοβούλιο, σύμφωνα με το SRF.
Στην Τσεχία, η κρατική τηλεόραση CT αναφέρει ότι πάνω από το ένα τρίτο των πολιτών θεωρεί επαρκές το 2% του ΑΕΠ για την άμυνα, ενώ ένα αντίστοιχο ποσοστό είναι πρόθυμο να δαπανήσει ακόμη περισσότερα. Ωστόσο, μόνο ένας στους είκοσι υποστηρίζει την πρόταση για 5%.
Στη Λιθουανία, σε απόσταση περίπου 1.000 χιλιομέτρων από τα ρωσικά σύνορα, η υποστήριξη για την πρόταση αυτή είναι πολύ ευρύτερη: σύμφωνα με έρευνα της Vilmorus για το πρακτορείο BNS, το 44% των ερωτηθέντων ενέκρινε την αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 5% του ΑΕΠ.
Σε συνέντευξή της στο RTBF, για το πρόγραμμα Μια Ευρωπαϊκή Προοπτική, η Ευρωπαία Επίτροπος για την Ετοιμότητα, τη Διαχείριση Κρίσεων και την Ισότητα, Χάντια Λαχμπίμπ, αναφέρθηκε στις περιφερειακές διαφοροποιήσεις:
«Ένας Ισπανός μπορεί να ανησυχεί για τους καύσωνες και τις πυρκαγιές - ένας Φινλανδός για υβριδικές απειλές και σαμποτάζ αγωγών. Όλες οι ανησυχίες είναι βάσιμες». Τόνισε ότι η ανθεκτικότητα της ΕΕ, είτε πρόκειται για κυβερνοεπιθέσεις είτε για φυσικές καταστροφές, απαιτεί συντονισμένες επενδύσεις: «Η πρόληψη μιας καταστροφής κοστίζει δέκα φορές λιγότερο από την αντίδραση σε αυτήν», σημείωσε.
Προς ένα κοινό μέτωπο
Παρότι η συγκρότηση ενός ενιαίου ευρωπαϊκού στρατού δεν βρίσκεται ακόμη στην ημερήσια διάταξη, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε, μέσω της Λευκής Βίβλου για την ευρωπαϊκή άμυνα που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο του 2025, την πρόθεσή της να δημιουργήσει μια κοινή αμυντική γραμμή στα σύνορα της ΕΕ με τη Ρωσία και τη Λευκορωσία.
Ο στρατηγός Ρόμπερτ Μπρίγκερ, πρόεδρος της Στρατιωτικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπογράμμισε την επείγουσα ανάγκη να μειωθεί η εξάρτηση της Ευρώπης από τις ΗΠΑ σε θέματα ασφάλειας:
«Υπάρχουν κενά στις ευρωπαϊκές αμυντικές ικανότητες που απαιτούν άμεση αντιμετώπιση – αντιαεροπορική άμυνα, άμυνα με μη επανδρωμένα αεροσκάφη, στρατηγική μεταφορά δυνάμεων, όπλα ακριβείας», δήλωσε σε συνέντευξή του στο ORF.
«Η Ευρώπη έχει σημειώσει πρόοδο, αλλά εξακολουθεί να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την υποστήριξη των ΗΠΑ σε καίριους τομείς. Η φιλοδοξία είναι να είναι πλήρως αμυντικά έτοιμη έως το 2030».
Πηγή:liberal.gr