Επί δεκαετίες μελέτες και φιλόδοξα σχέδια μπαινοβγαίνουν στα συρτάρια, ενώ η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης -ο άλλοτε εθνικός εκθεσιακός φορέας- ετοιμάζεται να γιορτάσει τα 100 χρόνια ζωής με φόντο ένα συνεδριακό και εκθεσιακό κέντρο «επιεικώς απαράδεκτο», όπως τονίζουν άνθρωποι οι οποίοι πίστεψαν στον θεσμό και στις δυνατότητές του. Και που θλίβονται γιατί η συζήτηση της ανάπλασης διαιωνίζεται, καθώς οι απαρχαιωμένες κτιριακές υποδομές αναπόφευκτα αποψιλώνουν τη δυναμική της ΔΕΘ έναντι του ανταγωνισμού -εγχώριου και διεθνούς- και μαθηματικά οδηγούν αργά ή γρήγορα στην πλήρη απαξίωση με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για την ίδια την Έκθεση και την πόλη.
«Δεν της πρέπει της Θεσσαλονίκης ένα τέτοιο εκθεσιακό κέντρο», επισημαίνουν στα Μακεδονικά Νέα παράγοντες της Θεσσαλονίκης που παρακολουθούν την πορεία της ΔΕΘ την οποία θεωρούν έναν από τους βασικούς πυλώνες ανάπτυξης της πόλης. Ένας πυλώνας, όμως, που απειλείται με κατάρρευση αν δεν πραγματοποιήσει επενδύσεις οι οποίες είναι απαραίτητες για την αύξηση της εκθεσιακής δραστηριότητας και των εσόδων από αυτήν. Κάποιοι είναι υπέρ της μετεγκατάστασης «δείχνοντας» οικόπεδα στα δυτικά ή στα ανατολικά, άλλοι πάλι δεν τηρούν διαχρονικά σταθερή θέση όσον αφορά στη χωροθέτηση, ενώ δεν είναι λίγοι εκείνοι οι οποίοι αγωνιούν για το μέλλον την Έκθεσης και θεωρούν πως το υπάρχον σχέδιο ανάπλασης -που φαίνεται να έχει μπει σε μια… σειρά- αποτελεί την τελευταία από τη σειρά των χαμένων ευκαιριών που είχε τα τελευταία χρόνια η ΔΕΘ. Για άλλους πάλι η είσοδος ενός αξιόπιστου διεθνούς εκθεσιακού παίκτη στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρίας θα έπρεπε να προηγηθεί της διαγωνιστικής διαδικασίας για την επιλογή της εταιρίας που θα κατασκευάσει το νέο εκθεσιακό κέντρο.
«Ή θα κάνουμε αυτό το σχέδιο ανάπλασης το οποίο μελετούμε εδώ και δώδεκα χρόνια -μια ανάπλαση που την έχει ανάγκη η πόλη- ή δεν θα γίνει τίποτε», ξεκαθάρισε προ ημερών ο πρόεδρος της ΔΕΘ -Helexpo, Τάσος Τζήκας. Στο ίδιο μήκος κύματος και ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρίας, Κυριάκος Ποζρικίδης ο οποίος μιλώντας στα Μακεδονικά Νέα τονίζει πως αυτή «είναι η τελευταία ευκαιρία για την πόλη» υπογραμμίζοντας με νόημα πως η ανάπλαση του εκθεσιακού κέντρου έπρεπε να είχε γίνει τη δεκαετία του ’90 όταν χτίστηκε και το εκθεσιακό κέντρο στην Αθήνα που είναι και μεγαλύτερο και πιο σύγχρονο» και -ως ήταν αναμενόμενο- απέσπασε σημαντικό μερίδιο της εκθεσιακής αγοράς με αυτό της ΔΕΘ –Helexpo να περιορίζεται στο 35%-40%.
Περίπτερα με το σχέδιο Μάρσαλ
Ο κ. Ποζρικίδης θεωρεί εκ των ων ουκ άνευ την αναβάθμιση των κτιριακών υποδομών προκειμένου η ΔΕΘ να παραμείνει ανταγωνιστική. Σήμερα η εικόνα είναι μάλλον αποκαρδιωτική, καθώς και οι υποδομές υπολείπονται του ανταγωνισμού όχι μόνο σε εθνικό αλλά και σε διεθνές επίπεδο. Άλλωστε το σημερινό εκθεσιακό κέντρο χτιζόταν σταδιακά από τη δεκαετία του ‘50 μέχρι τη δεκαετία του ’80 με τα πρώτα περίπτερα να κατασκευάζονται -με βάση τις τότε ανάγκες- με κονδύλια του σχεδίου Μάρσαλ. Γι’ αυτό άλλωστε υπάρχει ανομοιομορφία όσον αφορά στην αρχιτεκτονική προσέγγιση, ενώ συνολικά στους χώρους της ΔΕΘ υπάρχουν 17 περίπτερα -άλλα με λαμαρίνες και άλλα με τσιμέντο- και 37 κτίσματα. Κολόνες ανά 8 μέτρα και χαμηλά ύψη δημιουργούν πολλά προβλήματα στη λειτουργικότητα και γίνονται ακόμη πιο ορατά σε εκθέσεις όπως η Agrotica με την είσοδο βαρέων οχημάτων και μηχανημάτων.
Μείναμε πίσω…
«Στις υποδομές μείναμε πίσω και γίναμε ένας περίκλειστος χώρος με μηδενικό πράσινο, που δεν ικανοποιεί και τις λειτουργικές ανάγκες της εταιρίας», λέει ο κ. Ποζρικίδης απορρίπτοντας πάντως τον χαρακτηρισμό του «καρκινώματος» που απέδωσε πρόσφατα στη σημερινή ΔΕΘ ο δήμαρχος Νεάπολης Συκεών, Σίμος Δανιηλίδης.
«Όχι μόνο δεν είναι καρκίνωμα η ΔΕΘ αλλά είναι σαν τα… λευκά αιμοσφαίρια που όταν επιτίθεται κάτι στον οργανισμό, αυτά αντιδρούν και αυξάνονται για να το καταπολεμήσουν», λέει χαρακτηριστικά ο διευθύνων σύμβουλος του εκθεσιακού φορέα και εξηγεί: «Σε περιόδους οικονομικής κρίσης η εταιρία ήταν μπροστά με τις εκθέσεις και έφερνε εισόδημα στην πόλη. Στην πρώτη γραμμή βρισκόταν και σε περιόδους κοινωνικών κρίσεων: Από τους σεισμούς του ‘78 όταν σκηνές σεισμοπλήκτων στήθηκαν μέσα στο εκθεσιακό κέντρο μέχρι την περίοδο του covid που στέγασε το μεγαλύτερο εμβολιαστικό κέντρο, υπνωτήριο αστέγων και κέντρα αιμοληψίας των νοσοκομείων, ενώ αποτελεί για το ΕΚΑΒ σημείο στάθμευσης 3-4 ασθενοφόρων για βαριά περιστατικά».
Διόλου ευκαταφρόνητο είναι το οικονομικό αποτύπωμα της ΔΕΘ όπως αυτό έχει υπολογιστεί και σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Συγκεκριμένα «περίπου 400-500 εκατ. ευρώ ετησίως ‘’πέφτουν’’ στην πόλη δευτερογενώς και ο ‘’γεννήτορας’’ είναι η ΔΕΘ. Αυτά τα χρήματα διαχέονται σε όλο το φάσμα της τοπικής -και όχι μόνο- αγοράς, στα ξενοδοχεία, στα εστιατόρια τα ταξί. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε περιόδους μεγάλων, αλλά και μεσαίων εκθέσεων δεν υπάρχει καρέκλα να καθίσεις στα εστιατόρια, δεν υπάρχει δωμάτιο να κλείσεις στα ξενοδοχεία της πόλης και επισκέπτες ή εκθέτες φιλοξενούνται σε Κατερίνη και Χαλκιδική», λέει ο κ. Ποζρικίδης.
Με την ανάπλαση το αποτύπωμα «εκτιμάται -σε μια συντηρητική προσέγγιση- στα 500 εκατ. ευρώ δευτερογενώς ετησίως, ενώ θα δημιουργηθούν περίπου 1.500 νέες θέσεις εργασίας στη διάρκεια της λειτουργίας της. Στην κατασκευαστική περίοδο το project θα δημιουργήσει περίπου 1.000 θέσεις εργασίας και περίπου 180 – 200 εκατ. ανά έτος δευτερογενώς στην οικονομία της πόλης».
Ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΘ-Helexpo, Κυριάκος Ποζρικίδης
Πώς, όμως, θα επηρέαζε τον οικονομικό αντίκτυπο στην αγορά μια ενδεχόμενη μετεγκατάσταση στη Σίνδο, η οποία στο παρελθόν είχε αποτελέσει επιλογή προηγούμενων κυβερνήσεων; Σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, μια τέτοια λύση μάλλον δεν θα μπορούσε να δώσει άμεσα προοπτική ανάπτυξης της Έκθεσης αφενός διότι -όπως επισημαίνουν γνώστες της εκθεσιακής αγοράς και της πόλης- το κόστος είναι τεράστιο και αφετέρου η ολοκλήρωση των υποδομών που απαιτούνται είναι χρονοβόρα.
Καταρχάς δεν είναι γνωστό, σύμφωνα με τον κ. Ποζρικίδη, το ιδιοκτησιακό καθεστώς για το οικόπεδο που προτείνεται στη Σίνδο, ενώ απαιτείται πλέον όλων των άλλων και ειδικό χωρικό σχέδιο που επίσης δεν καταρτίζεται από τη μία μέρα στην άλλη. Είναι χαρακτηριστικό πως για την ωρίμανση του project της ανάπλασης στο κέντρο της πόλης χρειάστηκαν 10 χρόνια. Αν, λοιπόν, για κάποιον λόγο το υπάρχον σχέδιο ανάπλασης τιναζόταν στον αέρα και έμπαινε στο τραπέζι η μετεγκατάσταση στη Σίνδο, αυτό σημαίνει ότι «το 2032 -στην καλύτερη περίπτωση- θα είμαστε στο ίδιο σημείο με αυτό που βρισκόμαστε σήμερα», λέει ο Κυριάκος Ποζρικίδης. Την ίδια ώρα ο ανταγωνισμός στη «γειτονιά» μας οξύνεται, με τον υπουργό Οικονομικών της Βόρειας Μακεδονίας να εξαγγέλλει πρόσφατα τη δημιουργία νέου εκθεσιακού κέντρου και τους αρμοδίους να ζητούν ήδη την τεχνογνωσία της Helexpo. Επίσης, ξεκίνησαν οι εργασίες για το εκθεσιακό κέντρο στο Βελιγράδι που έχει επιλεγεί για τη «μικρή» EXPO του 2027.
Ένα επιπλέον στοιχείο που «θέλει» τη ΔΕΘ στην καρδιά της πόλης αφορά, σύμφωνα με τον κ. Ποζρικίδη, στα διεθνή στάνταρς: Μια διεθνής έκθεση για να είναι ανταγωνιστική και να προσελκύει ξένους εκθέτες και επισκέπτες στηρίζεται σε συμπληρωματικές υποδομές: Για παράδειγμα πρέπει να βρίσκεται σε χρονοαπόσταση 20-25 λεπτών από το αεροδρόμιο, ενώ σε χρονοαπόσταση -το μέγιστο- 30 λεπτών πρέπει να υπάρχουν ξενοδοχεία 5 αστέρων. Επισκέπτες της πόλης οι οποίοι συμμετέχουν σε κορυφαία συνέδρια θέλουν, επίσης, να βρίσκονται κοντά στην αγορά, αλλά και να έχουν γρήγορη πρόσβαση σε ακριβά εστιατόρια.
Στη Σίνδο τα πράγματα είναι λίγο… δύσκολα για ένα εκθεσιακό κέντρο λόγω της έλλειψης υποδομών των οποίων η κατασκευή είχε εκτιμηθεί το 2004 στα 600 εκατ. ευρώ. Ήταν τότε που η έκταση των ΤΕΙ είχε επιλεγεί -για πολιτικούς και κοινωνικούς λόγους- για την κατασκευή του εκθεσιακού κέντρου που θα «χτυπούσε» την πόρτα της EXPO 2008 και στη συνέχεια θα ήταν η «προίκα» της ΔΕΘ. Τότε -με τιμές 2004- ο προϋπολογισμός μόνο για το εκθεσιακό κέντρο ανερχόταν σε 300 εκατ. ευρώ. Η δε διοργάνωση της Παγκόσμιας Έκθεσης από την πόλη -και μάλιστα στα δυτικά της- θα λειτουργούσε ως «αντίβαρο» για τα μεγάλα έργα που έγιναν στην Αθήνα με την ευκαιρία των Ολυμπιακών Αγώνων. Η EXPO θα… έφερνε μαζί της και την αναβάθμιση μιας περιοχής στη Δυτική Θεσσαλονίκη με νέα δίκτυα (αποχετευτικά κλπ), βελτίωση προσβασιμότητας, καλύτερη και ταχύτερη σύνδεση με το λιμάνι και φυσικά τον προαστιακό σιδηρόδρομο.
Όμως, η λύση της μετεγκατάστασης ήταν τότε μονόδρομος, καθώς η διοργάνωση μιας «μικρής» EXPO -βάσει των προδιαγραφών που έθετε το Διεθνές Γραφείο Εκθέσεων- απαιτούσε μια έκταση τουλάχιστον 250 στρεμμάτων, πολύ μεγαλύτερη από τα 165 στρέμματα που διέθεσε η ΔΕΘ στο κέντρο της πόλης. Για την… ιστορία τότε είχαν μελετηθεί συνολικά 10 υποψήφιοι χώροι και προκρίθηκε η έκταση των ΤΕΙ στη Σίνδο. Μεταξύ αυτών τα Τσαΐρια στην Περαία (όπου κατασκευάζεται σήμερα το Thess Intec), το αγρόκτημα του ΑΠΘ στη θέση «Πράσινα Φανάρια», ο «Ανθεμούντας» (περίπου πίσω από το ξενοδοχείο Hyatt), οι Λαχανόκηποι και ο Λαγκαδάς που ήθελε διακαώς την Έκθεση.
Βιώσιμο εκθεσιακό μόνο στο κέντρο
Σήμερα θα μπορούσαν κάποιες από αυτές τις λύσεις -όπως το οικόπεδο του ΑΠΘ- να ξαναμπούν στο τραπέζι της συζήτησης; «Εμείς δεν μπορούμε να σχεδιάσουμε για κάτι που δεν μας ανήκει», απαντά ο Κυριάκος Ποζρικίδης υπογραμμίζοντας, πάντως, πως η μελέτη βιωσιμότητας που έγινε το 2011 (σ.σ. συγκρίνοντας τις λύσεις του κέντρου της πόλης και της Σίνδου) απέδειξε ότι «με οικονομικούς όρους -πέραν των ποιοτικών χαρακτηριστικών και της ταύτισης της Έκθεσης με την πόλη- ότι η μόνη βιώσιμη λύση είναι το κέντρο της Θεσσαλονίκης».
Ο κ. Ποζρικίδης επισημαίνει ακόμη πως πολλά εκθεσιακά γεγονότα προσελκύουν χιλιάδες επισκεπτών διότι η ΔΕΘ βρίσκεται στο κέντρο και αναφέρει τα παραδείγματα της πρόσφατης Comic Con και της Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου που κατακλύστηκαν από κόσμο. Προσθέτει δε πως πολλές μεγάλες εκθέσεις παγκόσμιας ακτινοβολίας όπως η Fancy Food της Νέας Υόρκης πραγματοποιείται στην καρδιά του Μανχάταν. Επίσης, μεγάλες εκθέσεις διοργανώνονται στο κέντρο του Σαν Φρανσίσκο δίπλα στο δημαρχείο, αλλά και στο κέντρο της Μπολόνια. Προφανώς διοργανώνονται και εκθέσεις περιφερειακά δίπλα σε αεροδρόμια όπου, όμως, αναπτύσσεται το μοντέλο των «airport cities» με όλο το δίκτυο των συνοδευτικών υποδομών που είναι απαραίτητες.
Επιπρόσθετα, «για την ανάπλαση της ΔΕΘ στο κέντρο της Θεσσαλονίκης υπάρχει συγκεκριμένο σχέδιο και σαφές χρονοδιάγραμμα, με κοστολογημένο project. Έχουν γίνει όλες οι απαραίτητες μελέτες και έχει ενταχθεί στις Στρατηγικές Επενδύσεις με διασφαλισμένη δημόσια χρηματοδότηση 120 εκατ. ευρώ». Αυτή την περίοδο, σύμφωνα με πληροφορίες, η συζήτηση αφορά στο μίγμα χρηματοδότησης από ιδιώτες και τραπεζικό δανεισμό της ΔΕΘ -Helexpo. Αυτό σημαίνει, σύμφωνα με τον κ. Ποζρικίδη, πως «καλώς εχόντων των πραγμάτων υπολογίζουμε ότι το 2026 θα ξεκινήσει η κατασκευαστική περίοδος». Και διαβεβαιώνει «πως θα επιμείνουμε ο προϋπολογισμός μην ξεπεράσει τα 300 εκατ. ευρώ που προέβλεπε η προμελέτη (σ.σ. σε τιμές 2022), ακόμη κι αν αναγκαστούμε να αφαιρέσουμε κάτι από το οικοδομικό αποτύπωμα».
Ερωτηθείς για μια προοπτική εισόδου στη ΔΕΘ-Helexpo ιδιώτη -εκθεσιακού οργανισμού ο κ. Ποζρικίδης επιχειρηματολογεί λέγοντας πως έγιναν στο παρελθόν διαγωνισμοί οι οποίοι απέβησαν άγονοι. Και απαντά σε όσους εγκαλούν τους υποστηρικτές του project της ανάπλασης στο κέντρο για εμμονή σε φαραωνικών διαστάσεων κτίρια, αλλά και για λειτουργία εμπορικού κέντρου. Όπως λέει χαρακτηριστικά ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΘ-Helexpo επικαλούμενος το σχετικό ΠΔ, από τις εμπορικές δραστηριότητες που μπορούν να εγκατασταθούν στη νέα Έκθεση εξαιρούνται ρητώς οι υπεραγορές, τα εμπορικά κέντρα και τα πολυκαταστήματα. Για το δε ξενοδοχείο που προβλέπεται, ο κ. Ποζρικίδης αναφέρει πως θα έχει το ίδιο ύψος με το κτίριο της ΕΥΑΘ, ενώ έχει «μετακινηθεί» -μετά από πρόταση του Γιάννη Μπουτάρη επί δημαρχίας του- από το νότιο στο βόρειο τμήμα του οικοπέδου για να μην «κόβει» τη θέα των μουσείων. Επίσης, το νέο εκθεσιακό κέντρο θα είναι το πιο βιοκλιματικό στην Ευρώπη με την εξοικονόμηση 70% στην ενέργεια και 50% στο νερό, ενώ ανάσα στην πόλη θα δώσουν τα 100 στρέμματα πρασίνου που προβλέπονται στο υφιστάμενο project της ανάπλασης.
Ή τώρα ή… τώρα
Ή τώρα, λοιπόν, ή ποτέ για την ανάπλαση; «Ή τώρα ή… τώρα. Δεν θέλω να βάλω το ποτέ», απαντά ο κ. Ποζρικίδης ο οποίος ευελπιστεί πως δεν θα χαθεί ακόμη μια ευκαιρία για τη ΔΕΘ.
Μια τέτοια ευκαιρία είχε χαθεί όταν η πόλη -για ακόμη μια φορά- διχάστηκε –για τους… δικούς της λόγους- και ακύρωσε το σχέδιο Καλατράβα που είχε εκπονηθεί με πρωτοβουλία του τότε προέδρου της ΔΕΘ, Δημήτρη Μπακατσέλου όταν η τότε κυβέρνηση αποφάσισε να διεκδικήσει εκ νέου μια μελλοντική EXPO μετά την πρώτη αποτυχημένη προσπάθεια.
Ο διάσημος αρχιτέκτονας είχε κληθεί να «ντύσει» αρχιτεκτονικά τη μελέτη Δοξιάδη η οποία πρότεινε παραμονή της ΔΕΘ στις υφιστάμενες εγκαταστάσεις και καταλάμβανε και χώρο του Γ’ ΣΣ και έτσι ανταποκρινόταν στα μεγέθη μιας EXPO.
Η Νέα Έκθεση ήταν μέρος του project «Φως της πόλης» όπως ονόμασε ο Σαντιάγο Καλατράβα την ολιστική πρότασή του για αναβάθμιση της ευρύτερης περιοχής από τη Ροτόντα -που τον εντυπωσίασε- μέχρι και το Γ’ Σώμα Στρατού. Μάλιστα και ο Καλατράβα πρότεινε την κατασκευή ξενοδοχείου στο νότιο τμήμα του οικοπέδου, εμπορικές χρήσεις, χώρους πρασίνου και σχεδόν διπλάσιες -σε σχέση με αυτές που προβλέπονται σήμερα- θέσεις στάθμευσης. Ένα σχέδιο που αποτελεί τμήμα ακόμη μιας… πονεμένης ιστορίας την οποία υπενθυμίζει η μακέτα η οποία βρίσκεται στην είσοδο του κτιρίου διοίκησης της ΔΕΘ-Helexpo. Μια μακέτα που υπενθυμίζει και την ευκαιρία που χάθηκε για την Έκθεση και την πόλη με αποτέλεσμα 20 χρόνια μετά το σχέδιο Καλατράβα η ΔΕΘ να βρίσκεται στο ίδιο σημείο παρότι σε αυτή τη μελέτη «πατάει» και το νέο σχέδιο της ανάπλασης…