Η εικόνα του φωτισμένου αγάλματος και των σιντριβανιών επιστρέφει τόσο ως αισθητικό τοπόσημο, όσο και ως ένδειξη της πρόθεσης της νέας δημοτικής αρχής να «ξαναδώσει ζωή» σε υποδομές που είχαν μείνει ανενεργές για χρόνια.
Ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης, Στέλιος Αγγελούδης, αναφέρθηκε στη σημασία αυτής της χειρονομίας, υπογραμμίζοντας ότι «πράγματα απλά και αυτονόητα μπορούν να κάνουν τις στιγμές -και ιδιαίτερα τα γλυκά βραδινά της Θεσσαλονίκης- πιο όμορφες». Όπως σημείωσε, «μετά από πολλά χρόνια το εμβληματικό άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και τα 33 επιδαπέδια σιντριβάνια λειτουργούν φωτισμένα δίνοντας μια εικόνα διαφορετική».
Εξέφρασε, μάλιστα, τις ευχαριστίες του προς τον αρμόδιο αντιδήμαρχο Πρόδρομο Νικηφορίδη και τις υπηρεσίες του δήμου, για τη «φροντίδα να ξαναζωντανέψει μετά από δέκα και πλέον χρόνια ένα μνημείο το οποίο για μας είναι ιδιαίτερα σημαντικό».
«Ο φωτισμός είναι πολιτισμός, είναι καινοτομία, αλλά είναι και ανάπτυξη», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Αγγελούδης, συνδέοντας τη συγκεκριμένη παρέμβαση με τις ευρύτερες πρωτοβουλίες ανάδειξης της πόλης, όπως ο πρόσφατα ανακοινωθείς φωτισμός των Βυζαντινών Τειχών της Θεσσαλονίκης.
Από την πλευρά του, ο αντιδήμαρχος Τεχνικών Έργων και Βιώσιμης Κινητικότητας και εκ των αρχιτεκτόνων της ανάπλασης της Νέας Παραλίας, Πρόδρομος Νικηφορίδης, εξέφρασε τη συγκίνησή του για την αποκατάσταση του φωτισμού, τονίζοντας ότι «έχω πολλές χιλιάδες φωτογραφίες της Νέας Παραλίας, αλλά μόνο μία με τα σιντριβάνια φωτισμένα». Όπως εξήγησε, τα σιντριβάνια λειτούργησαν μόνο για λίγους μήνες μετά την ολοκλήρωση της ανάπλασης και παρέμειναν σβηστά επί έντεκα χρόνια, περίπου από το 2014 μέχρι σήμερα.
«Το να δώσουμε ξανά στα σιντριβάνια και στο άγαλμα του Αλέξανδρου τη χαμένη τους αίγλη είναι για όλους μας σημαντικό», ανέφερε ο κ. Νικηφορίδης και συμπλήρωσε ότι η δημοτική αρχή θα καταβάλει προσπάθεια ώστε οι εγκαταστάσεις να παραμείνουν φωτισμένες και λειτουργικές στην καθημερινότητα των πολιτών.