Οικονομική σταθερότητα με αδύναμους κρίκους – Οι προοπτικές του 2025 και η θέση της Βόρειας Ελλάδας

Ακούστε το άρθρο 8'
04.05.2025 | 08:00
Shutterstock
Σε μια περίοδο που η παγκόσμια οικονομία αντιμετωπίζει πολλαπλές προκλήσεις - από τον γεωπολιτικό αναβρασμό έως την αβεβαιότητα των αγορών - η Ελλάδα δείχνει σημάδια σχετικής ανθεκτικότητας.

Η μηναία Έρευνα Οικονομικής Συγκυρίας του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) για τον Απρίλιο 2025 καταγράφει σταθερότητα στο οικονομικό κλίμα, αλλά και ανησυχητικές ενδείξεις που αφορούν την κατανάλωση, τις ιδιωτικές επενδύσεις και την περιφερειακή συνοχή.

Συγκεκριμένα, αποτυπώνει την ελληνική οικονομία σε ένα κρίσιμο σημείο ισορροπίας: ο γενικός δείκτης οικονομικού κλίματος παραμένει σταθερός στις 107,4 μονάδες, ελαφρώς μειωμένος από τις 107,7 μονάδες του Μαρτίου συνεχίζοντας την ήπια στασιμότητα που έχει καθιερωθεί από τις αρχές του έτους. Πίσω όμως από τη φαινομενική σταθερότητα κρύβεται αντιστάθμιση μεταξύ τομέων, έντονα σήματα κόπωσης των καταναλωτών και περιφερειακές αποκλίσεις, με τη Βόρεια Ελλάδα να ξεχωρίζει για τις αντιθέσεις της.

Σταθερότητα με εσωτερικές αντιφάσεις

Ο συνολικός δείκτης δεν μεταβλήθηκε σημαντικά σε σχέση με τον Μάρτιο, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι η οικονομική δραστηριότητα είναι ομοιογενώς σταθερή. Η συγκράτηση του κλίματος προέρχεται από τις σχετικές αντοχές στη βιομηχανία, τις υπηρεσίες και το λιανεμπόριο, αλλά και από την έντονη υποχώρηση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης και την πτώση των προσδοκιών στις ιδιωτικές κατασκευές.

Οι επιχειρηματικές προσδοκίες στη βιομηχανία παρέμειναν ουσιαστικά αμετάβλητες, με εξισορρόπηση μεταξύ της ελαφριάς υποχώρησης στις προβλέψεις για την παραγωγή και της βελτίωσης στις παραγγελίες και τα αποθέματα. Ιδιαίτερη σημασία έχει η αισιόδοξη στάση των εξαγωγικών επιχειρήσεων, γεγονός που ενισχύει τη γενική εικόνα του κλάδου. Ειδικότερα, οι προβλέψεις για τις εξαγωγές τους προσεχείς μήνες ενισχύθηκαν έντονα στις +24 μονάδες, και οι αρνητικές εκτιμήσεις για τις παραγγελίες και τη ζήτηση εξωτερικού περιορίστηκαν σημαντικά (-2 από -14 μονάδες).

Αξίζει να σημειωθεί ότι η αβεβαιότητα για το οικονομικό περιβάλλον κλιμακώνεται ελαφρά, καθώς στην ερώτηση που αφορά στην ευκολία πρόβλεψης της μελλοντικής ανάπτυξης της επιχείρησης, τον Απρίλιο το 45% των επιχειρήσεων θεώρησαν ότι αυτή μπορεί να προβλεφθεί δύσκολα ή σχετικά δύσκολα, από 41% τον Μάρτιο.

Στον αντίποδα, οι προσδοκίες στις ιδιωτικές κατασκευές κατέρρευσαν. Το ισοζύγιο προβλέψεων για το πρόγραμμα εργασιών των επόμενων μηνών στράφηκε από +14,9 σε -10,3 μονάδες. Αντίθετα, οι δημόσιες κατασκευές κατέγραψαν σημαντική βελτίωση στις προσδοκίες (146,7 μονάδες τον Απρίλιο από 135,6 τον Μάρτιο), γεγονός που αποδίδεται στα συνεχιζόμενα έργα υποδομής και τις δημοπρατήσεις νέων έργων. 

Καταναλωτές: οι πιο απαισιόδοξοι στην Ευρώπη

Η καταναλωτική εμπιστοσύνη σημείωσε περαιτέρω υποχώρηση, με τον σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -46,8 μονάδες, το χαμηλότερο επίπεδο στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Η απαισιοδοξία διαχέεται σε όλες τις παραμέτρους: οι προσδοκίες για την οικονομία, το οικογενειακό εισόδημα, η πρόθεση για αποταμίευση και αγορές επιδεινώθηκαν.

Αυτό το φαινόμενο αντανακλά τη συνεχιζόμενη πίεση στα εισοδήματα, το υψηλό κόστος διαβίωσης και την αβεβαιότητα για την αγορά εργασίας. Η συγκρατημένη κατανάλωση είναι πλέον ένας σταθερός περιοριστικός παράγοντας στην εγχώρια ζήτηση, ιδίως σε περιφέρειες που δεν ενισχύονται από τον τουρισμό ή τις εξαγωγές.

Επιπλέον, οι αρνητικές προβλέψεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους για τους επόμενους μήνες ενισχύθηκαν τον Απρίλιο στις -43,4 (από -39,9). Το 58% (από 55%) των νοικοκυριών αναμένει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ το 6% προβλέπει μικρή βελτίωση.

Λιανεμπόριο και Υπηρεσίες: Ήπια ανάκαμψη, χαμηλές προσδοκίες

Το λιανεμπόριο σημείωσε μικρή βελτίωση στις 98,6 μονάδες, από 94,9 μονάδες τον Μάρτιο, κυρίως χάρη σε επιμέρους κλάδους όπως η ένδυση-υπόδηση και τα οχήματα, αλλά τα είδη καθημερινής χρήσης (τρόφιμα, είδη οικιακού εξοπλισμού) εξακολουθούν να βρίσκονται σε φθίνουσα πορεία. Οι πληθωριστικές πιέσεις επίσης επιστρέφουν, με το 25% των επιχειρήσεων να προβλέπει αυξήσεις τιμών.

Η τουριστική περίοδος δημιουργεί συγκρατημένη αισιοδοξία στις υπηρεσίες, με ορισμένους τομείς (π.χ. καταλύματα, μεταφορές) να αναμένουν ενίσχυση της ζήτησης και της απασχόλησης. Ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στις υπηρεσίες βελτιώθηκε ελαφρά τον Απρίλιο, στις 115,6 μονάδες, από 113,0 τον Μάρτιο. Από τις επιμέρους μεταβλητές του δείκτη, οι θετικές εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων ενισχύθηκαν ήπια, ενώ οι θετικές εκτιμήσεις για την τρέχουσα ζήτηση διατηρήθηκαν αμετάβλητες, με τις αισιόδοξες προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξη της ζήτησης να κλιμακώνονται ελαφρά.

Βέβαια, όπως επισημαίνεται στην έκθεση, η εκλογή του Τραμπ και η διακήρυξη νέων μέτρων οικονομικής πολιτικής που αυξάνουν την αβεβαιότητα και αμφισβητούν τη φορά των τελευταίων ετών στις διεθνείς αγορές, μπορεί να προκαλέσουν αναταράξεις που θα επηρεάσουν σοβαρά και ποικιλοτρόπως και την ελληνική οικονομία. Όμως, ακόμα αυτές δεν έχουν προσδιοριστεί ακριβώς ούτε έχουν μεταβάλει βασικούς πυλώνες γύρω από τους οποίους κινείται μια σχετικά πιο κλειστή και λιγότερο άμεσα εκτεθειμένη στις διεθνείς μεταβολές οικονομία, όπως η ελληνική. Το επόμενο διάστημα, άλλωστε, ξεκινά η τουριστική περίοδος που, άμεσα ή έμμεσα, επηρεάζει πλήθος κλάδων της ελληνικής οικονομίας. Η εξέλιξη του εισερχόμενου τουρισμού, επομένως, αναμένεται να επηρεάσει το επόμενο διάστημα τις σχετικές προσδοκίες στα νοικοκυριά και σε πλήθος επιχειρήσεων. 

Η Βόρεια Ελλάδα στο προσκήνιο: Ανθεκτικότητα και ανισότητες

Η εικόνα που σκιαγραφείται για τη Βόρεια Ελλάδα είναι διπλή: από τη μία πλευρά, υπάρχουν περιοχές με ισχυρό βιομηχανικό υπόβαθρο και εξαγωγικό δυναμισμό (Κεντρική Μακεδονία, Πιερία, Κιλκίς), που διατηρούν θετικές προοπτικές. Από την άλλη, περιφέρειες όπως η Δυτική Μακεδονία και η Θράκη αντιμετωπίζουν έντονα διαρθρωτικά προβλήματα. 

Δυτική Μακεδονία: Συνεχίζει να εμφανίζει τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας στη χώρα, με την απολιγνιτοποίηση να έχει προκαλέσει παραγωγικό κενό που δεν έχει ακόμη καλυφθεί. Οι κατασκευές εξαρτώνται σχεδόν αποκλειστικά από δημόσια έργα και δηλώνουν έντονη έλλειψη εργατικού δυναμικού.

Κεντρική Μακεδονία: Διατηρεί τη δεύτερη υψηλότερη περιφερειακή ανταγωνιστικότητα της χώρας, ωστόσο παραμένει εκτεθειμένη στις διακυμάνσεις της κατανάλωσης και στην ανισοκατανομή επενδύσεων μεταξύ της Θεσσαλονίκης και των υπόλοιπων νομών.

Ανατολική Μακεδονία και Θράκη: Αν και ενισχύεται στους τομείς της ενέργειας και των μεταφορών, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν δυσκολίες πρόσβασης σε τραπεζική χρηματοδότηση, ενώ οι κοινωνικές υποδομές (υγεία, εκπαίδευση) παραμένουν ανεπαρκείς, ειδικά στις αγροτικές περιοχές.

Οικονομία δύο ταχυτήτων

Η έκθεση του ΙΟΒΕ επιβεβαιώνει ότι η ελληνική οικονομία εισέρχεται στο δεύτερο τρίμηνο του 2025 με σταθεροποιημένη αλλά εύθραυστη δυναμική, διατηρεί τη συνοχή της, αλλά λειτουργεί σε πολλαπλές ταχύτητες. Οι θετικές επιδόσεις σε βιομηχανία και τουρισμό δεν αρκούν για να αντισταθμίσουν την καθίζηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών και την ανασφάλεια στις ιδιωτικές επενδύσεις. Οι αποκλίσεις ακόμη μεταξύ τομέων (βιομηχανία vs. κατασκευές, εξαγωγές vs. κατανάλωση) και μεταξύ γεωγραφικών περιοχών (Αττική vs. περιφέρεια) διευρύνονται. 

Η Βόρεια Ελλάδα, ενώ διαθέτει βασικά αναπτυξιακά πλεονεκτήματα, παραμένει ευάλωτη χωρίς επαρκή στήριξη σε υποδομές, ρευστότητα και απασχόληση. Η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, η αύξηση της χρηματοοικονομικής ένταξης και η αξιοποίηση των τοπικών παραγωγικών πλεονεκτημάτων πρέπει να αποτελέσουν προτεραιότητα πολιτικής, αν η περιφέρεια πρόκειται να αναδειχθεί ως κινητήριος μοχλός της οικονομικής σύγκλισης και όχι ως «ουραγός» της ανάκαμψης.

Δήμητρα Τάγκα