Ο 43χρονος και ο 23χρονος που εκδόθηκαν στην Ελλάδα μετά τη σύλληψη τους στη Βουλγαρία στην πόλη Σβίλενγκραντ, κοντά στα σύνορα με την Τουρκία, όπου είχαν διαφύγει, διώκονται για κακουργηματικές πράξεις -κατά περίπτωση- μεταξύ άλλων για συνέργεια σε απόπειρα ανθρωποκτονίας.
Κατά πληροφορίες ο 43χρονος μέσα στο απολογητικό υπόμνημα που κατέθεσε μέσω του δικηγόρου του στην 5η τακτική ανακρίτρια που χειρίζεται την υπόθεση, ισχυρίζεται: «Είμαι υπήκοος Τουρκίας, γεννημένος στην Κωνσταντινούπολη όπου και διαμένω όλα τα χρόνια της ζωή μου. Εργάζομαι στον τομέα των ανταλλακτικών αυτοκίνητων και λόγω αυτού συνηθίζω να ταξιδεύω συχνά τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλες γειτονικές χώρες των Βαλκανίων. Στην Ελλάδα ήρθα για πρώτη φορά πριν από περίπου 4 χρόνια και έκτοτε την επισκέπτομαι συχνά για επαγγελματικούς σκοπούς αλλά και για διακοπές φίλους και συνεργάτες μου»
Αναφορικά με το συμβάν στους Ταγαράδες Θεσσαλονίκης κατέθεσε: «Δύο ημέρες πριν το συμβάν, εισήλθα νομίμως στην Ελλάδα από την Τουρκία, για επαγγελματικούς λόγους. Κατά την άφιξή μου, είχα μαζί μου το δικό μου αυτοκίνητο, το οποίο λόγω μηχανικής βλάβης παρέδωσα σε συνεργείο στην Κομοτηνή, που το έχει ένας φίλος μου. Μάλιστα, το εν λόγω όχημα παραμένει ακόμη εκεί για επισκευή.
Λόγω του συμβάντος ζήτησα από τον γνωστό μου να με μεταφέρει με το αυτοκίνητό του από την Κομοτηνή στη Θεσσαλονίκη, καθώς έπρεπε να επιστρέψω όχημα που είχα μισθώσει προ μηνών, η οποία έληγε την ίδια ημέρα. Είχαμε συμφωνήσει να συναντηθούμε σε παρακείμενη καφετέρια περί ώρα 12:30–13:00. Κατά την επιστροφή μας, ενώ διανύαμε την εθνική οδό, λίγο πριν σταματήσουμε στο πρατήριο καυσίμων, ο συνεπιβάτης μου ανέφερε ότι είχε την υποψία ότι κάποιος τον ακολουθούσε με το αυτοκίνητο για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Αυτό, δημιούργησε έντονη ανησυχία, ιδίως στον οδηγό και στον φίλο μου , δεδομένου των πολιτικών διώξεων που είχαν από παρακρατικούς μηχανισμούς της χώρας. Στο πρατήριο καυσίμων όπου πραγματοποιήσαμε στάση, αποβιβάστηκα αποκλειστικά και μόνο για να πληρώσω για την βενζίνη. Δεν είχα οπτική επαφή με τους άλλους, καθώς βρισκόμουν στη μέσα πλευρά του αυτοκινήτου και δεν είχα άμεση επίγνωση των κινήσεών τους. Καθ’ όλη τη διάρκεια του περιστατικού, ουδέποτε αντιλήφθηκα την ύπαρξη πυροβόλου όπλου, απλώς άκουσα τους πυροβολισμούς και φοβήθηκα. Δεν είχα την παραμικρή γνώση ή υποψία περί της κατοχής. Από τα λεχθέντα του… εκ των υστέρων, κατάλαβα ότι ενήργησε υπό καθεστώς φόβου και πανικού, λόγω εσφαλμένης εντύπωσης περί απειλής από πρόσωπα που θεώρησε ότι συνδέονται με το τουρκικό καθεστώς. Σε καμία περίπτωση όμως δεν είχε την πρόθεση να σκοτώσει. Εγώ όμως ουδεμία συμμετοχή ή εμπλοκή είχα στην επίμαχη πράξη, δεν την ενέκρινα ούτε εκ των προτέρων ούτε εκ των υστέρων, και σε κάθε περίπτωση την πληροφορήθηκα αφού είχε συντελεστεί. Η παρουσία μου στον τόπο του περιστατικού ήταν τυχαία και άσχετη με την τέλεση οποιασδήποτε αξιόποινης πράξης, δεδομένου ότι προήλθε αποκλειστικά από πράξη φιλικής εξυπηρέτησης και περιορίστηκε στην πληρωμή καυσίμων, όπως προκύπτει τόσο από τις συνθήκες όσο και από την κατάθεση του υπαλλήλου του πρατηρίου».
Υπενθυμίζεται πως είχε προηγηθεί η σύλληψη του 49χρονου συμπατριώτη τους και βασικού κατηγορούμενου για την υπόθεση -οδηγού του τζιπ που άνοιξε πυρ- στο χωριό Κάτω Βυρσίνη, στην ορεινή Ροδόπη. Απολογήθηκε ήδη και αποφασίστηκε η προσωρινή του κράτηση.
Ο ίδιος φέρεται να υποστήριξε ότι ενήργησε υπό το βάρος φόβου και πανικού, θεωρώντας ότι απειλείται -όπως είπε- από ανθρώπους που συνδέονται με τις μυστικές υπηρεσίες της πατρίδας του. «Σε καμία περίπτωση δεν θα ενεργούσα έτσι εάν γνώριζα ότι ήταν άνθρωποι της ΕΥΠ», απολογήθηκε, σύμφωνα με πληροφορίες, ζητώντας συγγνώμη για την πράξη του.
Όλο το χρονικό
Υπενθυμίζεται ότι οι δύο Τούρκοι, 23 και 43 ετών, που είχαν συλληφθεί στη Βουλγαρία κατηγορούμενοι για εμπλοκή στο επεισόδιο με τους πυροβολισμούς εναντίον στελεχών της ΕΥΠ πριν από λίγες μέρες εκδόθηκαν στην Ελλάδα.
Είχαν συλληφθεί λίγες μέρες μετά το επεισόδιο στη βουλγαρική πόλη Σβίλενγκραντ, κοντά στα σύνορα με την Τουρκία, όπου είχαν διαφύγει.
'Αμεσα ξεκίνησαν οι διαδικασίες για την έκδοσή τους στην χώρα μας και ακολούθως Βούλγαροι αστυνομικοί τούς παρέδωσαν σε Έλληνες συναδέλφους τους, στον συνοριακό σταθμό του Προμαχώνα.
Είχε προηγηθεί η σύλληψη του 49χρονου συμπατριώτη τους και βασικού κατηγορούμενου για την υπόθεση -οδηγού του τζιπ που άνοιξε πυρ- στο χωριό Κάτω Βυρσίνη, στην ορεινή Ροδόπη. Ο ίδιος απολογήθηκε και αποφασίστηκε η προσωρινή του κράτηση.
Φέρεται να υποστήριξε ότι ενήργησε υπό το βάρος φόβου και πανικού, θεωρώντας ότι απειλείται -όπως είπε- από ανθρώπους που συνδέονται με τις μυστικές υπηρεσίες της πατρίδας του.