Kαβάλα: «Φρένο» στην επένδυση ξενοδοχειακής μονάδας στην Κεραμωτή – Οι λόγοι απόρριψης και οι επιπτώσεις

Ακούστε το άρθρο 8'
16.05.2025 | 08:00
Gagarin Iurii / Shutterstock.com
Σε σημαντική περιβαλλοντική εμπλοκή προσέκρουσε η σχεδιαζόμενη επένδυση της εταιρείας βουλγαρικών συμφερόντων MVI Holidays ΙΚΕ για την κατασκευή πολυτελούς ξενοδοχειακής μονάδας πέντε αστέρων στην Κεραμωτή του Δήμου Νέστου, στην Περιφερειακή Ενότητα Καβάλας.

Η Αποκεντρωμένη Διοίκηση Μακεδονίας-Θράκης απέρριψε επίσημα την αίτηση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων (ΑΕΠΟ), μπλοκάροντας ουσιαστικά την εκκίνηση της τουριστικής επένδυσης.

Τι προέβλεπε η επένδυση

Η πρόταση της MVI Holidays ΙΚΕ, ιδιοκτησίας των Daniel Letchev και Mihail Indzhov από τη Βουλγαρία, αφορούσε στην ανάπτυξη ξενοδοχείου δυναμικότητας 300 κλινών σε γεωτεμάχιο της περιοχής Κεραμωτής, ύψους 22,3 εκατ. ευρώ. Η μονάδα είχε σχεδιαστεί ως τουριστική επένδυση υψηλών προδιαγραφών, με υποδομές που θα περιλάμβαναν κύρια και βοηθητικά κτίρια, κολυμβητικές δεξαμενές και χώρους αναψυχής, εντός παραθαλάσσιου οικοπέδου, πολύ κοντά σε προστατευόμενη περιοχή του δικτύου Natura 2000 και εντός του Εθνικού Πάρκου Δέλτα Νέστου – Βιστωνίδας – Ισμαρίδας.

Οι λόγοι της απόρριψης

Σύμφωνα με την απόφαση της αρμόδιας Διεύθυνσης Περιβάλλοντος και Χωρικού Σχεδιασμού, η απόρριψη βασίστηκε στην έλλειψη βεβαιότητας ότι το έργο δεν θα επιφέρει σημαντική υποβάθμιση στην ακεραιότητα της προστατευόμενης περιοχής και στους στόχους διατήρησης των οικοτόπων της.

Συγκεκριμένα:

-Η μονάδα προβλεπόταν να κατασκευαστεί εντός περιοχής Natura 2000 και της διεθνούς προστατευόμενης περιοχής Ramsar, σε οικοτόπους με θίνες και χλωρίδα Euphorbia terracina, ξηρές χλοώδεις διαπλάσεις και μικτές δασικές εκτάσεις, οι οποίες θα υφίσταντο κατακερματισμό ή/και απώλεια έκτασης άνω των 4,5 στρεμμάτων.

-Αναμένονταν επιπτώσεις σε σημαντικά προστατευόμενα είδη ορνιθοπανίδας, όπως η Πετροτουρλίδα (Burhinus oedicnemus) και η Αγκαθοκαλημάνα (Vanellus spinosus), με κινδύνους για τα ενδιαιτήματα φωλιάσματος και τροφοληψίας τους.

-Υπήρχε επιπλέον πιθανότητα επιδείνωσης της παράκτιας διάβρωσης, λόγω της αποψίλωσης των αμμοθινικών εκτάσεων.

Σημαντικό στοιχείο είναι ότι η περιοχή εγκατάστασης εντάσσεται σε «Ζώνη Απόλυτης Προστασίας» κατά τις διατάξεις του νόμου 5037/2023, όπου ρητά απαγορεύονται τουριστικά καταλύματα, καθιστώντας την υλοποίηση της επένδυσης νομικά αδύνατη χωρίς παρέκκλιση ή τροποποίηση του καθεστώτος.

Τι σημαίνει η απόφαση για την περιοχή

Η ακύρωση της επένδυσης αποτελεί, σύμφωνα με γνώστες της αγοράς που μίλησαν στα Μακεδονικά Νέα, ηχηρό μήνυμα για την ανάγκη απόλυτης ευθυγράμμισης κάθε σχεδίου ανάπτυξης με το θεσμικό πλαίσιο προστασίας της βιοποικιλότητας. Αν και η Κεραμωτή αποτελεί ανερχόμενο τουριστικό προορισμό και υπάρχουν πιέσεις για αξιοποίηση παραλιακών εκτάσεων, η αυστηρότητα της περιβαλλοντικής νομοθεσίας αποτελεί σαφές όριο για την κατεύθυνση της ανάπτυξης.

Παράλληλα, η απόρριψη της ΑΕΠΟ αναδεικνύει την εντεινόμενη επιτήρηση των φορέων περιβάλλοντος, όπως ο ΟΦΥΠΕΚΑ και το Υπουργείο Περιβάλλοντος, οι οποίοι έδωσαν τελικά αρνητική γνωμοδότηση, παρά τις θετικές εισηγήσεις άλλων υπηρεσιών (όπως τουρισμού και αρχαιοτήτων), επιβεβαιώνοντας την υπεροχή της οικολογικής αξιολόγησης έναντι οικονομικών κινήτρων.

Ποια είναι τα επόμενα βήματα

Η εταιρεία MVI Holidays ΙΚΕ διατηρεί το δικαίωμα προσφυγής εντός 30 ημερών, αλλά νομικοί και περιβαλλοντικοί κύκλοι εκτιμούν στα Μακεδονικά Νέα ότι οι πιθανότητες αντιστροφής της απόφασης είναι εξαιρετικά περιορισμένες, λόγω του καθεστώτος απόλυτης προστασίας της περιοχής.

Ενδεχομένως, θα μπορούσε να εξεταστεί νέος σχεδιασμός σε διαφορετική έκταση, εκτός προστατευόμενων ζωνών ή αναπροσαρμογή του έργου ώστε να περιοριστούν στο ελάχιστο οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις, επιλογές όμως που απαιτούν νέα μελέτη και σημαντικό χρόνο.

Η απόρριψη της επένδυσης στην Κεραμωτή αναδεικνύει και ένα βαθύτερο δομικό ζήτημα που αφορά τον σχεδιασμό χωρικής πολιτικής σε περιοχές με τουριστικό δυναμικό και παράλληλα υψηλή περιβαλλοντική ευαισθησία. Η θεσμική άμυνα των προστατευόμενων περιοχών, όπως αποτυπώθηκε στην παρούσα περίπτωση, λειτουργεί ως ανάχωμα σε επενδύσεις που δεν συμμορφώνονται πλήρως με το ισχύον περιβαλλοντικό και χωροταξικό πλαίσιο.

Η έλλειψη σαφών ζωνών αναπτυξιακής προτεραιότητας εκτός Natura ή Ramsar, αφήνει συχνά περιθώρια για επενδυτικά σχέδια που εξαρχής συγκρούονται με το θεσμικό καθεστώς. Η περίπτωση αυτή καταδεικνύει συνεπώς και την ανάγκη καλύτερου συντονισμού μεταξύ των εμπλεκόμενων δημόσιων υπηρεσιών. Παρότι αρκετές υπηρεσίες παρείχαν θετικές γνωμοδοτήσεις υπό όρους, τελικά η τελική κρίση βασίστηκε στην αδυναμία διασφάλισης των στόχων διατήρησης, όπως επιβάλλουν οι ευρωπαϊκές οδηγίες και οι εθνικοί κλιματικοί νόμοι.

Σε ένα ευρύτερο επίπεδο, η υπόθεση αποτελεί υπενθύμιση για επενδυτές και διοίκηση ότι η πραγματική βιωσιμότητα μιας επένδυσης δεν περιορίζεται σε οικονομικούς δείκτες ή τουριστικά μεγέθη, αλλά προϋποθέτει αρμονική ενσωμάτωση στο περιβάλλον, κοινωνική αποδοχή και εναρμόνιση με τον χώρο. Αν δεν υπάρξει τέτοιος σχεδιασμός, η «ανάπτυξη» ενδέχεται να καταλήξει σε στασιμότητα και απώλεια πολύτιμων φυσικών και επενδυτικών πόρων.

Δήμητρα Τάγκα