Σε σημείωμα προς τους πελάτες τους, οι στρατηγικοί αναλυτές Χουάν Κορέα και Μάρκο Πάπιτς υποστήριξαν ότι η τρέχουσα κατάσταση στη γεωπολιτική σκηνή - την οποία αποκαλούν «το λειτουργικό σύστημα του κόσμου» - είναι σε μεγάλο βαθμό διαμορφωμένη για έναν «μονοπολικό» κόσμο, όπου μία χώρα δρα ως ηγεμόνας που επηρεάζει τις παγκόσμιες εξελίξεις.
Από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν σε γενικές γραμμές παίξει αυτόν τον ρόλο, ενώ η οικονομία τους έχει μετατραπεί σε «τελικό καταναλωτή», προσανατολισμένη στις εισαγωγές και στην κατανάλωση, προσθέτουν οι αναλυτές.
Ωστόσο, υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτή η εποχή της αμερικανικής «μονοπολικότητας» πλησιάζει στο τέλος της - «είναι παντού γύρω μας», όπως λένε - επικαλούμενοι, μεταξύ άλλων, την αύξηση των διεθνών συγκρούσεων και τη μείωση της συγκέντρωσης εξοπλιστικών προμηθειών σε μία μόνο χώρα.
«Αν και τα δεδομένα δεν δείχνουν με σαφήνεια τι είδους κόσμος αναδύεται, μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε ότι δεν είναι μονοπολικός και, με λιγότερη βεβαιότητα, ότι πιθανότατα είναι πολυπολικός», δήλωσαν οι αναλυτές.
Ορίζουν αυτή τη νέα τάξη πραγμάτων ως ένα παγκόσμιο σύστημα που δεν διαθέτει μία ή δύο υπερδυνάμεις ικανές να επιβάλουν κανόνες και πρότυπα συμπεριφοράς - αλλά αντιθέτως, αποτελείται από πολλούς παίκτες, «ο καθένας από τους οποίους είναι ικανός να ακολουθεί ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική».
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορούν πλέον να παραμείνουν ο κύριος προορισμός για τις διεθνείς ροές κεφαλαίων, κάτι που υποδηλώνει ότι «τα επόμενα πέντε έως δέκα χρόνια θα είναι μια δεκαετία μετάβασης, κατά την οποία θα δούμε τις παγκόσμιες μακροοικονομικές ισορροπίες να αλλάζουν», καταλήγουν οι αναλυτές.
Συγκεκριμένα, αυτή η εξέλιξη μπορεί να σηματοδοτήσει μια στροφή στις ΗΠΑ μακριά από την κατανάλωση, μια αύξηση των επενδύσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και μια άνοδο της κατανάλωσης στην Κίνα, όπως είπαν οι αναλυτές. Μια τέτοια περίοδος αλλαγών πιθανότατα θα επηρεάσει τους επενδυτές, προκαλώντας αύξηση στις αποδόσεις των 10ετών αμερικανικών κρατικών ομολόγων, απομείωση του δολαρίου ΗΠΑ και υποαπόδοση των αμερικανικών μετοχών σε σύγκριση με τις αντίστοιχες ξένες αγορές, πρόσθεσαν οι αναλυτές.