Από κόμμα που -το όχι τόσο μακρινό 2012- αποτέλεσε την πολιτική έκφραση της απογοήτευσης, της οργής, της αμφισβήτησης και της ελπίδας μιας κοινωνίας που έβλεπε τα πάντα να αλλάζουν δραματικά λόγω της οικονομικής κρίσης, πλέον παλεύει για την είσοδό του στη Βουλή όπως έδειξε η πρόσφατη δημοσκόπηση της εταιρείας Interview, η οποία τον «μέτρησε» στο 2,9%. Η άτακτη υποχώρηση των ποσοστών, που είναι μόνιμα καθηλωμένα σε μονοψήφιο αριθμό, δεν είναι ούτε τυχαία, ούτε συγκυριακή. Είναι η αντανάκλαση ενός κόμματος που δείχνει αποπροσανατολισμένο, κατακερματισμένο και πολιτικά αδιάφορο. Και κάπως έτσι, το ερώτημα που καλούνται να απαντήσουν στην Κουμουνδούρου δεν είναι αν μπορεί να γίνει ξανά διεκδικητής της εξουσίας, αλλά αν μπορεί να επιβιώσει πολιτικά.
Η επιμέρους ανάλυση των δεδομένων της δημοσκόπησης που πραγματοποίησε η Interview «δείχνει» τρεις λόγους που ευθύνονται για τη σημερινή εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ.
«Φτωχή» κοινοβουλευτική παρουσία
Πρώτα από όλα η «φτωχή» κοινοβουλευτική παρουσία του. Από τους 16 νομούς της Μακεδονίας και της Θράκης στη Βουλή εκπροσωπείται στους τρεις. Στην Α’ Θεσσαλονίκης με την Κατερίνα Νοτοπούλου και τον Χρήστο Γιαννούλη, στην Β’ Θεσσαλονίκης με τον Πρόεδρό του Σωκράτη Φάμελλο, στη Δράμα με τον Θεόφιλο Ξανθόπουλο και στην Κοζάνη με την Καλλιόπη Βέττα.
Η απουσία από το κοινοβούλιο μεταφράζεται σε απουσία από την κοινωνία, γεγονός που τον καθιστά πολιτικά αδύναμο αφού δεν διαθέτει «φωνές» με τοπικό έρεισμα. Υπό αυτό το πρίσμα η απώλεια εδρών δεν είναι μόνο… αριθμητικό πρόβλημα, αλλά πρωτίστως πολιτικό.
Διεμβολισμός από την Πλεύση Ελευθερίας, το ΠΑΣΟΚ και το Κίνημα Δημοκρατίας
Η δεύτερη βασική αιτία είναι ο διεμβολισμός από την Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου, το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη και το Κίνημα Δημοκρατίας του Στέφανου Κασσελάκη. Στην ίδια δημοσκόπηση η συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ στη Βόρεια Ελλάδα κυμαίνεται στο 36%, όταν της ΝΔ είναι στο 62,6% και του ΠΑΣΟΚ στο 67,6%. Αυτό, πρακτικά, σημαίνει ότι μόλις 3 στους 10 πολίτες που τον ψήφισαν τον Ιούνιο του 2023 θα τον ψηφίσουν και στις επόμενες εθνικές εκλογές όποτε και αν αυτές γίνουν. Οι υπόλοιποι 7 μετατοπίζονται σε άλλα κόμματα. Πιο συγκεκριμένα το 16% προς το Κίνημα Δημοκρατίας και το 12% προς την Πλεύση Ελευθερίας.
Σε αυτό συμβάλλουν και οι ανεξαρτητοποιήσεις βουλευτών, αφού για παράδειγμα η Κυριακή Μάλαμα εκλέχθηκε με τον ΣΥΡΙΖΑ στη Χαλκιδική, σήμερα όμως είναι ανεξάρτητη βουλευτής και ιδρυτικό μέλος του Κινήματος Δημοκρατίας. Το ίδιο και η Θεοδώρα Τζάκρη στην Πέλλα, ενώ στη Νέα Αριστερά ανήκουν πλέον η Πέτη Πέρκα που εκλέγεται στην Φλώρινα και ο Χουσεΐν Χασάν Ζεϊμπέκ στην Ξάνθη. Τέλος, ο Πέτρος Παππάς από βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ στο Κιλκίς πήρε μετεγγραφή στο ΠΑΣΟΚ και ετοιμάζεται για τη μάχη του σταυρού στην Α Θεσσαλονίκης, όπως και η Ράνια Θρασκιά που επίσης εκλέχθηκε βουλευτής το 2023 με τον ΣΥΡΙΖΑ και τους τελευταίους μήνες ανήκει στην κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ.
Υψηλό ποσοστό αναποφάσιστων
Ένας τρίτος παράγοντας που εξηγεί την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ είναι το σταθερά υψηλό ποσοστό των αναποφάσιστων ψηφοφόρων που προέρχονται από τους κόλπους του. Η συγκεκριμένη «δεξαμενή» αγγίζει το 22%, που αποτελείται από μια κομματική βάση η οποία είναι «παγωμένη», αποστασιοποιημένη ή επιφυλακτική για την πορεία του κόμματος. Πολλοί από αυτούς περιμένουν να ξεκαθαρίσει το τι μέλλει γενέσθαι με τον Αλέξη Τσίπρα και αν θα προχωρήσει στην ίδρυση νέου κόμματος. Άλλοι δεν εμπνέονται από τον Σωκράτη Φάμελλο και άλλοι κρατάνε αποστάσεις ασφαλείας και για τους δυο λόγους. Σε αυτή τη συγκυρία οι αναποφάσιστοι δεν απορρίπτουν απαραίτητα τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν βλέπουν πειστικό λόγο να τον ακολουθήσουν. Κι αυτό δημιουργεί αβεβαιότητα, που με τη σειρά της απομακρύνει κάθε προσπάθεια «επανεκκίνησης».
Με λίγα λόγια η κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ στη Βόρεια Ελλάδα δεν είναι ζήτημα αριθμών. Είναι έλλειμμα οράματος και έμπνευσης, αφού το κόμμα που κάποτε ήρθε πρώτο στην προτίμηση των ψηφοφόρων, σήμερα αδυνατεί να πείσει την κοινωνία ότι μπορεί να προσφέρει λύσει, όπως αδυνατεί να συσπειρώσει τον δικό του κόσμο.